«Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
για τα ωραία και μεγάλα έργα
η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
ενθάρρυνσι κ’ επιτυχία να σε αρνείται·
να σ’ εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,
και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις
(η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
και πιαίνεις στον μονάρχην Αρταξέρξη
που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες, και τέτοια.
Και συ τα δέχεσαι με απελπισία
αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’ άλλα κλαίει·
τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα Εύγε·
την Αγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.
Αυτά πού θα στα δώσει ο Αρταξέρξης,
αυτά πού θα τα βρείς στη σατραπεία·
και τι ζωή χωρίς αυτά θα κάμεις»
Καβάφης -Σατραπεία
Εκκινώ το παρόν άρθρο ίνα θίξω κατά την Συνταγματική έννομη τάξη την εν τοις πράγμασι ύπαρξη ανεξάρτητης η μή εν τέλει Δικαιοσύνης, κάνοντας μνεία, προεχόντως και κυρίως, περί του άρθρου 87 παράγραφος 1, του Συντάγματος, περί της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας των Δικαστών, οι οποίοι όντες ηθικά ανεξάρτητοι και με αδούλωτο ελεύθερο και ανυπότακτο φρόνημα, απονέμουν, με απόλυτο σεβασμό, ευθυκρισία και ακριβοδίκαια το Ιερό Μυστήριο της Δικαιοσύνης κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση με το Ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας., με αποκλειστικό γνώμονα την αμερόληπτη συνείδησή τους.
Ασφαλώς υπάρχουν και επίορκοι Δικαστές παράδειγμα προς αποφυγήν, ημείς όμως οφείλουμε ανυπερθέτως να προτάσσουμε ως εικόνισμα, τον Τερσέτη, τον Πολυζωίδη, τον Ζηλήμονα τον Στασινόπουλο καθώς και πάμπολλους έτερους αφανείς δικαστές, οι οποίοι μοχθούν νυχθημερόν ως άοκονοι διάκονοι της Θέμιδος προκειμένου να επιτύχουν το «ορθώς δικάζειν» ζωοποιώντας το άψυχο πνεύμα του Νόμου και προσαρμόζοντάς το, εις τα συγκεκριμένα περιστατικά, εκάστης υποθέσεως-πρόκειται ανυπερθέτως, δια έναν αέναο αγώνα ανευρέσεως του Δικαίου.
Είναι πρόδηλο ότι η έννοια της Δικαιοσύνης καθίσταται αρρήκτως και αξεδιαλύτως συνυφασμένη με τα θεμελιώδη αγαθά της ελευθερίας και Δικαιοσύνης, διότι αποτελούν δομικά συστατικά στοιχεία αυτής, συνιστούν την πεμπτουσία της, με αποτέλεσμα εις τον αντίποδα, εις περίπτωση αποχωρισμού της από τα περίπυστα αυτά αγαθά, να συνεπάγεται αυτοδικαίως, η συλλήβδην κατάργηση της Δικαιοσύνης και η άμεση μετάπτωση της εις ένα μόρφωμα, οιονεί κακοηθούς νεοπλάσματος, πόρρω απέχον και απάδον, προς την έννοια Δικαιοσύνης ως κατ’ εξοχήν πυλώνα και λυδία λίθο του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος.
Πέραν όμως από την ουσιαστική αυτή αμιγώς ηθική διάσταση περί της Δικαιοσύνης, εντούτοις, αμιγώς Συνταγματικά, η Δικαιοσύνης φέρεται να καθυποτάσσεται, αποτελούσα, υπό μίαν έννοια θεραπαινίδα της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας.
Ειδικότερον εις το άρθρο 26 του Συντάγματος, διαχωρίζεται η αυτοτέλεια και η ανεξαρτησία της εκάστοτε εξουσίας, ήτοι της νομοθετικής, της εκτελεστικής και της δικαστικής, δηλαδή η κάθε μία εκ των τριών ως άνω εξουσιών, εξοπλίζεται με το τεκμήριο της αποκλειστικής αρμοδιότητας, όπερ και τούτο σημαίνει την μην εισπήδηση της μίας ως προς την σφαίρα της εξουσίας της άλλης, παρά μόνον υπό ειδικές και εξαιρετικές περιπτώσεις.
Μία από αυτές τις θεμιτές παρεκκλίσεις, κάμψεως και διατρήσεως της προρρηθείσης αρχής διακρίσεως των εξουσιών, είναι και η οιονεί νόθευση, ή υπό άλλη διατύπωση διασταύρωση της δικαστικής εξουσίας από την νομοθετική και εκτελεστική.
Είναι πρόδηλο ότι, η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αλλοιώνεται τρόπον τινά, καθότι κατά το άρθρο 90 παράγραφος 5 η προαγωγή των Προέδρων και των Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, του Αρείου Πάγου, και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ενεργούνται με Προεδρικό Διάταγμα το οποίο εκδίδεται κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Οργάνου της Διασκέψεως των Προέδρων της Βουλής.
Ως εκ τούτου δηλαδή, η Δικαιοσύνη τέμνεται από την συρροή των δύο έτερων διακριτών εξουσιών, ήτοι αφενός της εκτελεστικής και αφετέρου της νομοθετικής εξουσίας, με αποτέλεσμα να φαλκιδεύεται η ανεξαρτησίας της.
Εν κατακλείδι, η αναφυόμενη προβληματική έγκειται εις την βελτίωση των θεσμών και την διαφύλαξη των ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης προς σκοπό την θωράκιση του Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος καθώς επίσης και του κυρίαρχου λαού, εις διαφορετική περίπτωση, εάν κλυδωνισθεί και η δικαιοσύνη, θα εδραιωθεί μία ελίτ, η οποία θα διατάζει κατά παραγγελία τους Δικαστές ως προς την έκδοση αποφάσεων, προκειμένου να επιβάλλουν πρόδηλα άδικους νόμους προς την ευρεία « μάζα των πολιτών», προς εξυπηρέτηση αλλότριων συμφερόντων, με συνέπεια η Δικαιοσύνη να καταστεί εργαλείο των κομμάτων τιτρώσκοντας εκ βάθρων το τελευταίο θεσμικό προπύργιο της Δημοκρατίας, ήτοι την Δικαιοσύνη ασφαλώς, η οποία ανθίσταται κατά της ελαυνούσης λαίλαπας της φαύλης στυγνής και στείρας κομματοκρατίας.
Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω