Δίκη Χρυσής Αυγής: Μια δολοφονία αποτέλεσμα ενός εγκληματικού σχεδίου κατήγγειλε μέσα από τις καταθέσεις της σύσσωμη η οικογένεια του Παύλου Φύσσα.
Τον τρόπο με τον οποίο έφυγε από τη ζωή ο γιος του και τις τελευταίες του στιγμές εξιστόρησε στο δικαστήριο ο Παναγιώτης Φύσσας. «Ο Παύλος βρέθηκε σε λάθος μέρος χωρίς να το γνωρίζει. Στις 12:05 η νύφη μου με κάλεσε. Τρέχω στην Τσαλδάρη γιατί έχουν μαχαιρώσει το παιδί. Παίρνω το αμάξι, ήταν γύρω στα 200 μέτρα μακριά και βλέπω στα 100 μέτρα δυο μηχανάκια και ένα της αστυνομίας που είχαν κλείσει το δρόμο. Πήγα στο σημείο, δεν είχε κίνηση, είδα τον Παύλο πεσμένο με τα μάτια ανοιχτά, στο πεζοδρόμιο δεν είδα αίματα πολλά και είπα ευτυχώς. Της λέω της Χρύσας «τι έχει ο Παύλος;» και λέει «κουρασμένος είναι». Πήγα στο αυτί του «Παύλο! Παύλο!» φώναξα» είπε και συμπλήρωσε: «Στο νοσοκομείο ρώτησα το γιατρό «φταίει που άργησε το ασθενοφόρο;« «όχι» μου λέει. «Απέξω αν τον χτυπούσαν δεν θα κάναμε τίποτα. Το χτύπημα είναι επαγγελματικό, δεν θα κάναμε τίποτα»».
Ο μάρτυρας έκανε λόγο για οργανωμένο σχέδιο, αφού όπως εξήγησε «ένας δολοφόνος όταν θέλει να δολοφονήσει ή όταν παίρνει εντολή, θα πρέπει να κάνει ένα σχέδιο. Ήθελε να μετρήσει τον Παύλο. «Γιατί πήγε στον Παύλο; Ήταν τόσο σίγουρος ότι θα τον μαχαίρωνε; Ο Ρουπακιάς το σχέδιο ήταν να γνωρίσει τον Παύλο για να τον πλησιάσει φιλικά. Δεν φορούσε ρούχα της Χρυσής Αυγής και ο Παυλος τον θυμήθηκε από πριν όταν τον είδε και για αυτό τον βρήκε χαλαρό και τον μαχαίρωσε». Ο Παναγιώτης Φύσσας δεν δέχθηκε ερωτήσεις από την πλευρά της πολιτικής αγωγής, καθώς «έχασε το παιδί του από τα ίδια του τα χέρια δεν θελουμε να κάνουμε ερωτήσεις».
Κατάθεση έδωσε και αδελφή του Παύλου Φύσσα, η οποία ανέφερε μεταξύ άλλων: «Με λένε Ειρήνη και ο Παύλος είναι ο αδερφός. Τον είδα 17 Σεπτεμβρίου, είχε έρθει σπίτι μου, μια απλή καθημερινή μέρα. Χαιρετηθηκαμε λέγοντας θα τα πούμε μετά αυτό το μετά δεν ήρθε ποτέ. Την επόμενη φορά που είδα τον αδελφό μου ήμουν στο νεκροτομείο. Γιατί; Γιατί το τάγμα εφόδου της Νίκαιας βγήκε για να τον δολοφονήσει. Τα έχω πολύ απλά τα πράγματα στο μυαλό μου. Ξέρω ότι ο αδελφός μου πήγε να δει την μπάλα και δολοφονήθηκε στη γειτονιά του. Ο Παύλος δεν έτρεξε, έμεινε πίσω. Η Χρύσα πήγε στους αστυνομικούς να βοηθήσουν, τους επιτίθεται. Δεν έκανα κάτι η αστυνομία εκείνο το βράδυ. Απέφυγε. Το επόμενο που μου είπε η Χρύσα ήταν να έχει τον αδελφό μου στην αγκαλιά της».