Η ώρα του δικαστηρίου για τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ έφτασε… Σε 17 ημέρες, στις 26 Ιουνίου, τα δύο αδέλφια, που είναι προφυλακισμένα για την υπόθεση, θα σταθούν ενώπιον του φυσικού τους δικαστή και θα πρέπει να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους ώστε να μην πάρουν και πάλι τον δρόμο για τη φυλακή.
Του ΦΩΤΗ ΑΝΔΡΕΟΥ
Στο σκαμνί τα δύο αδέλφια, που είναι προφυλακισμένα για την υπόθεση ενώ ερωτήματα ανακύπτουν και για το κεφάλαιο της «ηθικής αυτουργίας» που δεν άγγιξε η κύρια ανάκριση!
Ήταν μεσημέρι της 9ης Απριλίου 2021 όταν ο γνωστός αστυνομικός συντάκτης επέστρεψε στο σπίτι του στον Άλιμο και βρέθηκε αντιμέτωπος με τους δύο εκτελεστές του, οι οποίοι τον περίμεναν να κατέβει από το τζιπ του και άνοιξαν πυρ εναντίον του.
Το παραπεμπτικό βούλευμα επιβεβαιώνει ότι η δολοφονία Καραϊβάζ ήταν ένα πληρωμένο «συμβόλαιο θανάτου» και χαρακτηριστικά αναφέρει ότι «η απουσία διαπίστωσης άλλου κινήτρου αλλά και οι σχέσεις οι οποίες είχε αποκτήσει το θύμα για άντληση πληροφοριών καταδεικνύουν ότι επρόκειτο για κατά παραγγελία ανθρωποκτονία».
Παραπεμπτικό βούλευμα
Στις 18 Απριλίου, τρία χρόνια μετά την εκτέλεσή του, η Δικαιοσύνη εξέδωσε το παραπεμπτικό βούλευμα για την υπόθεση που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, με δεδομένο ότι ο Γιώργος Καραϊβάζ ήταν από τους ελάχιστους δημοσιογράφους στη χώρα μας που δολοφονήθηκαν και το όνομά του μπήκε στην κατηγορία των θυμάτων πληρωμένων «συμβολαίων θανάτου».
Όμως διαβάζοντας κάποιος τις 52 σελίδες του βουλεύματος διαβλέπει ότι η περίοδος της κύριας ανάκρισης, η οποία ακολούθησε την προανακριτική διαδικασία που χειρίστηκε η Αστυνομία, ήταν μάλλον άτολμη στην προσέγγισή της, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις θα διαπίστωνε ότι δεν έγιναν ούτε οι αυτονόητες ανακριτικές πράξεις από τη λειτουργό της Δικαιοσύνης που, βάσει της θέσης της, αναζητούσε και άλλα στοιχεία για την υπόθεση αλλά και τον ηθικό αυτουργό της δολοφονίας.
Ποιος δηλαδή ζήτησε και πλήρωσε για να βγει από τη μέση ο Γιώργος Καραϊβάζ, καθώς ήταν μια κατά παραγγελία ανθρωποκτονία. Στο πλαίσιο αυτό, οι αστυνομικοί είχαν υποβάλει αίτημα να γίνει άρση τραπεζικού απορρήτου των δύο κατηγορουμένων. Ανάλογο αίτημα έγινε και από την οικογένεια του Γιώργου Καραϊβάζ, αν και όλοι θεωρούσαν ότι η ανακρίτρια που χειριζόταν την υπόθεση θα προχωρούσε μόνη της σε μια τέτοια διαδικασία.
Όλοι όμως διαψεύστηκαν… Όσο και αν ακούγεται περίεργο και πρωτόγνωρο, κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης δεν έγινε άρση τραπεζικού απορρήτου των δύο συλληφθέντων, ενώ η οικογένεια του δημοσιογράφου είδε το αίτημά της απλώς να «αναπαύεται» στο ανακριτικό συρτάρι, καθώς ούτε απάντηση πήρε ούτε όμως απορρίφθηκε. Μια κίνηση που ακολουθούν οι Αρχές σε πάρα πολλές περιπτώσεις όταν αναζητούν είτε τη ροή του χρήματος είτε σχέσεις με διάφορα πρόσωπα που μπορεί να έχουν ερευνητικό «ενδιαφέρον». Όπως χαρακτηριστικά έλεγε αξιωματικός της Ασφάλειας, «δεν περιμέναμε να δούμε να έχει κατατεθεί ένα μεγάλο χρηματικό ποσό στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δύο συλληφθέντων, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν τουλάχιστον αφελές, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι θα προέκυπτε».
Ο ποινικολόγος
Γνωστός ποινικολόγος με τον οποίο συνομίλησε η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ», και έχει υπερασπιστεί πολλούς κατηγορουμένους σε ποινικές υποθέσεις, έλεγε ότι «οι ανακριτικές αρχές οφείλουν να κάνουν όλες τις κινήσεις που μπορούν, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα που θα φέρουν. Ποτέ δεν ξέρεις τι στοιχείο μπορεί να αναδειχθεί. Δεν είναι απίθανο να προκύψει κάποιο αποτέλεσμα που θα βοηθήσει στην ερμηνεία άλλου ευρήματος».
Κατά τα άλλα, το παραπεμπτικό βούλευμα ξεκαθάρισε και τον ρόλο που είχε ο κάθε κατηγορούμενος, σε αντίθεση με την αστυνομική έρευνα που με βάση τα στοιχεία που είχαν συγκεντρωθεί αυτό που έκανε ήταν απλώς να τοποθετήσει στον τόπο της δολοφονίας τα δύο αδέλφια. Συγκεκριμένα, ο ένας από τους δύο οδηγούσε το σκούτερ και ο δεύτερος το λευκό βανάκι. «Στον Άλιμο, αρχικά, κινήθηκαν επί της οδού Μεγίστης και στάθμευσαν το αυτοκίνητο τύπου βαν, που οδηγούσε ο ένας εξ αυτών, επί αυτής της οδού μεταξύ των αριθμών 26 έως 67. Αμφότεροι έπειτα επιβιβάστηκαν στο ίδιο σκούτερ και κινήθηκαν προς την οδό της κατοικίας του Γεωργίου Καραϊβάζ στην ίδια περιοχή, ο ένας εξ αυτών ως οδηγός και ο άλλος ως συνεπιβάτης, έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, ο πρώτος φορώντας κράνος και ο έτερος φορώντας κουκούλα».
Αυτό που όμως δεν «άγγιξε» ούτε στο ελάχιστο η κύρια ανάκριση ήταν το κεφάλαιο της «ηθικής αυτουργίας». Όταν στις 26 Ιουνίου θα ξεκινήσει η ακροαματική διαδικασία, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών, στοιχείο, μαρτυρία ή έγγραφο που να «δείχνει» προς τον ηθικό αυτουργό δεν θα υπάρχει. Έτσι η οικογένεια του δημοσιογράφου δεν θα μπορέσει ποτέ να μάθει, με τον πλέον επίσημο τρόπο, ποιος ήταν ο λόγος που ο 40χρονος και ο 48χρονος αδελφός του πάτησαν τη σκανδάλη και έριξαν 13 σφαίρες, με αποτέλεσμα να κόψουν το νήμα της ζωής του δικού τους ανθρώπου. «Θεωρώ ότι ο Γιώργος κάπου τους ενόχλησε, κάπου φοβήθηκαν ή λειτούργησαν εκδικητικά σε κάτι που ο Γιώργος ήξερε και είπε προς τις Αρχές. Κάτι έγινε και είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία του. Για μένα ο ηθικός αυτουργός δεν έχει καμία διαφορά από τα εκτελεστικά όργανα», ανέφερε σε δηλώσεις της η σύζυγός του, Στάθα. «Έχω έναν ατελείωτο πόνο, έχω την έλλειψη του Γιώργου», προσθέτει. «Ο Γιώργος δεν γυρίζει πίσω ό,τι και να γίνει».
Τα δύο αδέλφια που θα καθίσουν στο εδώλιο για τη δολοφονία Καραϊβάζ κατηγορούνται για ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.