Πληθώρα καταγγελιών, αλλά και απλών αναφορών/αποκαλύψεων παρατηρούμε τις τελευταίες εβδομάδες σχετικά με περιπτώσεις παράβασης των νόμων της χώρας μας περί των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλημάτων οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, όπως στο δέκατο ένατο κεφάλαιο του νέου Ποινικού Κώδικα (άρθρα 336 -353) περιγράφονται (όπως κωδικοποιήθηκε με τον Ν. 4619/2019, με ημερομηνία ισχύος την 1η Ιουλίου 2019), καθώς και καταγγελιών σχετικές με παράνομες συμπεριφορές και σεξουαλική παρενόχληση κατά τις εργασιακές σχέσεις πολιτών όλων των ταυτοτήτων φύλου (όπως βάσει νόμου αναγνωρίζονται).
Μεγάλη επιστημονική, αλλά και κοινωνική συζήτηση έχει προκληθεί από την μεγάλη αλλαγή που επήλθε στο άρθρο 336 ΠΚ για το έγκλημα του βιασμού για την τέλεση του οποίου πέραν των λοιπών στοιχείων που στις περιγραφόμενες περιπτώσεις ορίζονται, απαιτείται πλέον ως όρος της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος «η συναίνεση του παθόντος» και συγκεκριμένα, η έλλειψή της ρητώς οδηγεί στην τέλεση του εγκλήματος του βιασμού με τιμωρία για τον δράστη, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 336ΠΚ κάθειρξη έως δέκα έτη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Δημήτρης Λιγνάδης: Στην ανακρίτρια κατηγορούμενος για βιασμό κατά συρροή – Πήρε προθεσμία για την Τετάρτη
Η εύθραυστη διελκυστίνδα της συν-επιμέλειας
Σύμφωνα με δηλώσεις της Διεθνούς Αμνηστίας: «Ο ορισμός του βιασμού με βάση την απουσία της συναίνεσης, εναρμονίζεται πλήρως με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, θεμελιώνοντας το δικαίωμα που πλήττεται κατά το έγκλημα του βιασμού, το δικαίωμα δηλαδή στη σεξουαλική αυτονομία και τη σωματική ακεραιότητα του κάθε ατόμου».
Ειδικά σχετικά με το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχληση στις εργασιακές σχέσεις η Διεθνής Σύμβαση Εργασίας 190αποτελεί την πρώτη διεθνή σύμβαση που ρητά αναγνωρίζει το δικαίωμα σε εργασία χωρίς βία και παρενόχληση και αναγνωρίζει τη σεξουαλική παρενόχληση και την παρενόχληση λόγω φύλου στην εργασία ως μορφές έμφυλης βίας. Καλύπτει τη βία και την παρενόχληση όχι μόνον στον χώρο εργασίας αυτόν καθ’ αυτόν, αλλά και σε κάθε χώρο ή περίσταση που σχετίζεται με την εργασία.
Στο άρθρο 2 στοιχ. 10 και 11 του πιο πρόσφατου Ν. 4604/2019, ορίζεται ότι παρενόχληση είναι: « κάθε ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου ενός προσώπου, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειάς του και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος» και «Σεξουαλική παρενόχληση: οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Διατάξεις που προβλέπουν κυρώσεις για την επίδειξη τέτοιας συμπεριφοράς εφαρμόζονται ως ισχύουν.»
Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί παραβίαση του νόμου 3896/ΦΕΚ 207/8.12.2010 (όπως αυτός τροποποιήθηκε) σύμφωνα με τον οποίο πρέπει ο εργοδότης να αποδείξει ότι δεν υπήρξε σεξουαλική παρενόχληση ή άλλη παραβίαση του νόμου για την ισότητα ενώπιον των πολιτικών και των διοικητικών δικαστηρίων καθώς και ενώπιον κάθε άλλης αρμόδιας Αρχής, όπως η Επιθεώρηση Εργασίας ή ο Συνήγορος του Πολίτη. Ο εργαζόμενος μπορεί να απαιτήσει αποζημίωση καθώς και διοικητικές και ποινικές κυρώσεις κατά του εργοδότη του, στην περίπτωση παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης.
Πολύ σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι το τεκμήριο αθωότητας, το οποίο κατοχυρώνεται ρητώς στο άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και απορρέει από τη συνταγματική αρχή του κράτους δικαίου, σύμφωνα με το οποίο ο κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος μέχρι την απόδειξη της ενοχής του με αμετάκλητη απόφαση, ουδέποτε έπαψε να ισχύει και να δεσμεύει όλες τις δημόσιες αρχές και τους ιδιώτες, σχετικά με τις έννομες συνέπειες που από την παραβίασή του επέρχονται.
Καταγγελίες, μηνύσεις, εγκλήσεις, προσωπικές εμπειρίες και κάθε είδους αναφορές θα πρέπει πάντοτε να φιλτράρονται από όλους μέσα από την κορυφαία αυτή κατάκτηση του νομικού μας πολιτισμού σύμφωνα με τον οποίο η ενοχή ή η αθωότητα ενός ανθρώπου διαπιστώνεται πάντα με θεσμοθετημένες διαδικασίες και απόλυτο σεβασμό των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου.
Αικατερίνη Δ. Κατσαρού
Δικηγόρος Αθηνών Παρ’ Αρείω Πάγω