Με το άρθρο 139 του Ν. 4714/2020 που ψηφίστηκε πρόσφατα και την προσθήκη του άρθρου 1519 Α.Κ, ήτοι αφενός δια την συν-επιμέλεια αλλά και την διασφάλιση του δικαιώματος της επικοινωνίας κατ’ αντιστοιχία του τέκνου με τον γονέα, ο οποίος δεν ασκεί την επιμέλεια, εις περίπτωση όπου ο γονεύς ο οποίος ασκεί μονομερώς την επιμέλεια, βούλεται να μετοικήσει, μετά του τέκνου του από την αρχική του κατοικία προς άλλο τόπο, πλην όμως, δίχως την συγκατάθεση του έτερου γονέα, κατά τρόπο όπου ένεκεν της αποστάσεως της νέας κατοικίας του τέκνου και των λοιπόν συμπαρομαρτουσών συνθηκών, να παραβλάπτεται ουσιωδώς το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα που δεν ασκεί την επιμέλεια με ό,τι τούτο συνεπάγεται αυτοδικαίως ως προς την εύθραυστη ψυχοσύνθεση του τέκνου.
Η προσθήκη της ως άνω διατάξεως εις το νεοπαγές νομοθέτημα σκοπεί εις την διασφάλιση της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των δύο γονέων και εις τον, εκ των προτέρων αποκλεισμό, της άσκησης καταχρηστικής και επιμελώς μεθοδευμένης αυθαίρετης συμπεριφοράς του γονέα ο οποίος ασκεί την επιμέλεια, ο οποίος, κατά την μέχρι τούδε δικαστηριακή πρακτική, ορισμένες φορές προφασιζόταν ποικίλους λόγους μεταβολής του γεωγραφικού χώρου κατοικίας του τέκνου παντελώς προσχηματικά, παρεμποδίζοντας δολίως επί της ουσίας, συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση, το δικαίωμα της επικοινωνίας του έτερου γονέα με το τέκνο του.
Ο τόπος διαμονής του τέκνου και η δυνατότητα ευχερούς μεταβολής λογίζονταν μέχρι τούδε, μία άνευ ετέρου τινός, έκφανση του δικαιώματος της επιμέλειας, μη υποκείμενη εις ουδέναν νομοθετικό περιορισμό, με συνέπεια ο γονεύς να ηδύνατο μονομερώς και πλειστάκις να αποφασίζει αυθαίρετα την απρόσκοπτη μετοίκηση μετά του τέκνου του, εισέτι και εις το εξωτερικό, δίχως την αναγκαία συγκατάθεση του έτερου γονέα, με αποτέλεσμα, αφενός η επιλογή αυτή να δυσχέραινετην επικοινωνία με το τέκνο του και αφετέρου, νατον επιβάρυνε επαχθώς με επιπλέον οικονομικά έξοδα, πέραν της ορισμένης εκ του νόμου υποχρέωσης καταβολής της περιοδικής εις χρήμα διατροφής προς το τέκνο του,κατά την μετακίνησή του από την ημεδαπή προς την αλλοδαπή.
Δια του νέου όμως Νόμου, ο τόπος διαμονής, ακόμη και εάν είναι σταθερός και ενδεχομένως να ταυτίζεται με την εγκατάσταση του ασκούντος την επιμέλεια, ίνα αλλάξει καθοιονδήποτε τρόπο, απαιτείται προηγουμένως η σύμφωνη γνώμη του έτερου γονέα, αφότου η τυχόν μονομερής επιλήψιμη μεταβολή αυτή (του τόπου), θα επιφέρει ουσιώδη βλάβη προς το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα και νομοτελειακά θα τον αποξενώσει από τον τέκνο του, άλλως εάν δεν υπάρξει αρμονική συμφωνία αμφότερων των γονέων, δια την μετοίκηση, η υπόθεσηαφεύκτως θα επιλυθεί υποχρεωτικώς εκ του δικαστηρίου, κατόπιν έγερσης της προσήκουσας αγωγής, από οποιονδήποτε εκ των δύο γονέων και το οποίο εν τέλει θα αποφασίσει αντικειμενικά,δια της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως, περί της αδείας μετοικήσεως ή όχι συνεκτιμώντας το σύνολο της υποθέσεως.
Άρα κατά αυτόν τον τρόπο, τίθεται μία δικλείδα ασφαλείας αναχαιτίσεως της συστηματικά καταχρηστικής προβολής λόγων μετοικήσεως του γονέα που ασκεί την επιμέλεια με το τέκνο με αποκλειστικό γνώμονα να αποκόψει το παιδί εκ του έτερου γονέα, αποβλέποντας εις την εν τέλει ματαίωση της επικοινωνίας εις το μέλλον, διότι εφεξής μία τέτοια συμπεριφορά, θα συνιστά κακή άσκηση της επιμέλειας.
Ασφαλώς η πάσα περίπτωση καθίσταται παντελώς διαφορετική και το δικαστήριο καλείται όπως εξετάσει τα ιδιαίτερα εξατομικευμένα και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εκάστοτε υποθέσεως ενδελεχώς, σταθμίζοντας διάφορες ιδιάζουσες παραμέτρους, όπως η αόριστη νομική έννοια : «η ουσιώδη επίδραση προς το δικαίωμα της επικοινωνίας» με αναγωγή προς τα πραγματικά περιστατικά τα οποία δικαιολογούν βάσιμα την τυχόν μετοίκηση του ασκούντος την επιμέλεια ή όχι.
Εν κατακλείδι πρόδηλο είναι ότι το τέκνο, παρεκτός από τις περιπτώσεις, όπου κάποιος εκ των δύο γονέων είναι αποδεδειγμένα ακατάλληλος, ή επικίνδυνος δια τα συμφέροντα του τέκνου, ο καθορισμός του τόπου διαμονής, αποτελεί ο βασικός χώρος όπου αναπτύσσει σταθερά την προσωπικότητα του, με αποτέλεσμα, οιαδήποτε τυχόν μεταβολή ή όχι, να απαιτεί οπωσδήποτε την συν-απόφαση και των δύο γονέων, καθότι τα τέκνα, κατά φύση και εν τοις πράγμασι έχουν αδήριτη ανάγκη την παρουσία αμφότερων των γονέων επί καθημερινής βάσεως, ανεξαρτήτως εάν οι γονείς τους έχουν διασπάσει ανεκκλήτως, τον έγγαμο βίο τους.
Χαράλαμπος Β Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος Παρ’ ΑρείωΠάγω
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Χαρ. Β. Κατσιβαρδάς: Το ανήλικο τέκνο ως αυτοτελές υποκείμενο δικαίου –κλειδούχος…
Μαρίνος Σκανδάμης: Κυβερνητικός παραλογισμός για τον απεργό πείνας