Το ιδιαίτατα ατιμωτικό αδίκημα της ασέλγειας ή του βιασμού αυτού καθ’ αυτού εις οιονδήποτε τρίτο, άνευ της ιδικής του συγκαταθέσεως, πέραν του γεγονότος ότι τιτρώσκει το δικαίωμα της σεξουαλικής αυτοδιάθεσης του θύματος και πλήττει τον πυρήνα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του καταβαραθρώνοντας προδήλως την σφαίρα του ιδιωτικού του, αποτελεί μία βδελυρή και ονειδιστική πράξη, η οποία πέραν της ποινικής μεταχείρισης δέον όπως συνοδεύεται και με πρακτικής σωφρονισμού προς σκοπό την ομαλή επανένταξη και προσαρμογή εις την κοινωνία.
Το υπόβαθρο ενός τέτοιου ανθρώπου, επιβάλλεται να διερευνηθεί ενδελεχώς, ανεξαρτήτως φύλου, (εννοώ ως προς τον δράστη) υπό τους ειδικούς, επικεντρωνόμενοι εις την βάση της προσωπικότητας του ανθρώπου αυτού, τα ελατήρια του, την ψυχική του υγεία, την εν γένει δράση του, το περιβάλλον εις το οποίο αναπτύσσεται συνεκτιμώντας τις συνθήκες τελέσεως της αξιόποινης πράξεως αυτής καθ’ εαυτής.
Το επισημαίνω τούτο διότι υπάρχει μία ακατάληπτη ιδεοληψία και στερεοτυπική αντίληψη να συγκεντρώνεται η ανάλυση μόνον εις τους άνδρες δράστες και όχι αντίστοιχα εις τις γυναίκες δράστριες (πρόσφατη περίπτωση γυναίκας η οποία ασελγούσε σε ανήλικο κορίτσι το οποίο είχε και απάγει πλην όμως δεν προφυλακίστηκε) και τούτο το επισημάνω, διότι στόχος δεν είναι να προπαγανδίσουμε ανεφάρμοστες νοσηρές θεωρίες του πολιτισμικού μαρξισμού ή οιουδήποτε συναφούς και πρόσφορου έτερου εργαλείου, το οποίο μεταχειρίζεται η εκάστοτε εξουσία εν είδει μανδύα επιστημοσύνης επί τω τέλει να επιβάλλει την ορθότητα πολιτικού ολοκληρωτισμού της, αλλά η ανάλυση των πραγματικών περιστατικών και τα γενεσιουργά αίτια τα οποία εξώθησαν τον εκάστοτε αξιόποινο δράστη προς την ηθικοικονωνικά απορριπτέα αυτή πράξη ασέλγειας.
Ως εκ τούτου, η στεροτυπική ρητορική, ο άνδρας ο κακός, η γυναίκα η καλή και οι ανεπίληπτοι τάλαινες ομοφυλόφιλοι, συσκοτίζουν την πλουραλιστική ουδέτερη επιστημονική προσέγγιση, βασιζόμενη εις τα πραγματικά περιστατικά αλλά και εις την παρατήρηση συμπεριφορικών χαρακτηριστικών του εκάστοτε δράστη.
Η πολιτεία δέον όπως, να καθίσταται αμείλικτη και να πατάσσει μέσω του ποινικού δικαίου, την εκδήλωση τέτοιων επαίσχυντων, χυδαίων και ακατανόμαστων ενεργειών, οι οποίες προσβάλλουν παν ψήγμα της ανθρώπινης αξίας και κλυδωνίζουν εκ βάθρων το πολιτισμικό υπόβαθρο μιας κοινωνίας.
Το σφάλμα είναι ότι ουδείς αντιμετωπίζει το πρόβλημα εις τον πυρήνα του καθώς πρέπει, αλλά ταυτίζει μία αξιόποινη πράξη και την συνδέει αρρήκτως με τα φύλα ως εκ τούτο παράγεται ουδένα σοβαρό επιστημονικό πόρισμα περί της αξιόποινης και ποινικά κολάσιμης στάσεως ή συμπεριφοράς .
Τα αντανακλαστικά της Ελλαδικής κοινωνίας καθίστανται ιδιαίτατα απονεκρωμένα και αλλοτριωμένα να αντιληφθεί την πραγματική διάσταση των πραγμάτων της επικαιρότητας, επηρεαζόμενη ακουσίως εκ των παρελκυστικών αναλύσεων ορισμένων μέσων μαζικών ενημερώσεως, τα οποία εν είδει εισαγγελέως εκδικάζουν καθ’ υπέρβαση της αρμοδιότητας του, και δη τηλεοπτικά την εκάστοτε υπόθεση, άνευ ουδεμίας νομικής γνώσης, αλλά και ουδενός νομικού εχέγγυο, δια τα λεγόμενά τους και τον σχηματισμό κρίσεως, με αποτέλεσμα να διαπράττουν σωρεία ποινικών αδικημάτων, περί παραβιάσεως του νόμου περί προσωπικών δεδομένων, περί της προσωπικότητας των διαδίκων και ούτω καθ’ εξής υποσκάπτοντας ούτως τα θεμέλια του Νομικού μας πολιτισμού.
Περαιτέρω, απορίας άξιον είναι, κατ’ εμέ δυστυχώς, χειραγωγούν την επιστήμη, επιδιώκοντας να την αλώσουν, ορισμένα ύποπτες σχολές σκέψης, οι οποίες επιδιώκουν αυθεντικά και δογματικά να ερμηνεύσουν υπό την ιδική τους σκοπιά, τα φαινόμενα της εν γένει σεξουαλικής βίας, εισάγοντας άτοπους κατά την υποκειμενική μου γνώμη χαρακτηρισμούς όπως «συζυγοκτόνος», «γυναικοκτόνος», οι οποίες στερούνται επιστημονικού υποβάθρου, εκτοπίζοντας, εσκεμμένα, κατ’ εμέ, από την ερευνόμενη αξιόποινη συμπεριφορά του εκάστοτε δράστη, επικεντρώνοντάς την ως προς τα φύλα, υποδηλώνοντας ούτως καταδήλως μεροληπτική στάση αλλά και καταλείποντας εν ταυτώ αβυσσαλέο επιστημονικό κενό εις τα ειδεχθή ομοφυλοφιλικά εγκλήματα,
Ως εκ τούτου, πώς άραγε ονομάζεται ο δράστης ή το θύμα ενός τέτοιου εγκλήματος ή εξειδικεύεται τυχόν η ανθρωποκτονία μεταξύ ομοφυλόφιλων ή ετεροφυλόφιλων ενδεχομένως εάν κάποιο από τα εμπλεκόμενα μέρη είναι επ’ αμοιβή εκδιδόμενο πρόσωπο (σωρεία περιπτώσεων περί ομοφυλοφίλων).
Φρονώ ότι η κατάσταση αυτής της σχολής σκέψης δεν παράγει ουδένα αποτέλεσμα διότι δεν αντιμετωπίζει ουδέτερα και αντικειμενικά τα γεγονότα αλλά επιδιώκει δια της επιστήμης να προπαγανδίσει, απόδειξη τούτο ότι με αυτά τα εργαλεία σκέψεως αλλά και με τους δήθεν εξειδικευμένους προρρηθέντος όρους στίγματος ¨συζυγοκτόνος, γυναικοκτόντος» ουδεμία γενική πρόληψη έχει επιτευχθεί.
Εν κατακλείδι, το επιστημονικό ερώτημα το οποίο συνάγεται είναι η ονομασία του δράστη κατά ομοφυλόφιλου; Ή δεν υπάρχει;
Ως έπος ειπείν ας μην κηδεμονεύεται το ποινικό δίκαιο και η εγκληματολογία από μονολιθικές κοινωνιολογικές θεωρίες.
Χαράλαμπος Β Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω