Ο θεσμός της ποινικής διαμεσολάβησης εις την ποινική δίκη, δια τα αδικήματα τα οποία αφορούν ενδο-οικογενειακή βία, φρονώ ότι καθίσταται μείζονος σημασίας διότι κατ’ ουσίαν, προστατεύει το θεσμό της οικογενείας, επιχειρώντας προτού εσχάτως προβεί ο Εισαγγελέας εις την άσκηση ποινικής δίωξης ή μη κατόπιν της προκαταρκτικής διερεύνησης της υποθέσεως να επέλθει μεταξύ του ζευγαριού, (συντρόφων εις ελεύθερη ένωση) ή εισέτι και μεταξύ συγγενών εξ αίματος, την προσήκουσα, ειρηνική και βιώσιμη συμβιβαστική λύση, προτείνοντας τον ενδεδειγμένο τρόπο εκατέρωθεν εκτόνωσης της αξίωσης.
Η ευαισθησία του νομοθέτη στα συγκεκριμένης φύσεως αδικήματα κατατείνουν αποκλειστικά εις την περιφρούρηση του συγγενικού δεσμού μα πρωτίστως εις την διασφάλιση του υπέρτερου συμφέροντος του ανηλίκου τέκνου, εις περιπτώσεις ποινικών αδικημάτων τα οποία αφορούν γονείς, διότι, ανεξαρτήτως όποιας φύσεως, (βάσιμης ή μη) διαφοράς έχουν οι γονείς μεταξύ τους, δεν παύουν να διατηρούν αναλλοίωτη (παρεκτός ακραίων περιπτώσεων δια τις οποίες προβλέπεται ορισμένη εκ του νόμου μέριμνα ρύθμισης τέτοιων ζητημάτων).
Το σκεπτικό είναι να αποφευχθεί μία διελκυστίνδα αντιπαράθεσης και παραπομπής της υποθέσεως εις το ακροατήριο με οξυμμένες αντιδικίες οι οποίες θα βαθύνουν έτι περαιτέρω το χάσμα και το ρήγμα μεταξύ των γονέων.
Ως εκ τούτου λοιπόν αναλογικά, παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 11 του Ν. 3500/2006 (ΦΕΚ Α’ 232/2006), όπου ο φερόμενος ως δράστης-οιονεί κατηγορούμενος/η, εκ της παθούσας/παθόντος, εν τω πλαίσιωπαραγγελθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως, έχει την ευχέρεια να δηλώσει εντός τριών ημέρων, αφότου θα κληθεί, προς λήψη γνώση της σχηματισθείσης εις βάρος του δικογραφίας, να υποβάλει ανεπιφύλακτη δήλωση του άρθρου 11 παράγραφος 1 και 2 Ν. 3500/2006, ότι είναι πρόθυμος σωρευτικά να απόσχει από οιαδήποτε πράξη ή παράλειψη βλάπτει τον παθόντα, ότι θα απόσχω από μία τέτοια ενέργεια, με αποτέλεσμα η δικογραφία να αρχειοθετηθεί, υπό την έννοια ότι τελεί σε εκκρεμότητα μέχρις ότου, ο δράστης ενεργήσει προσηκόντως τις ενέργειες, υπό την αίρεση αναβίωσης της ποινικής προδικασίας με ό,τι τούτο συνεπάγεται εις περίπτωση υποτροπής η αθέτησης των υπεσχημένων.
Εν κατακλείδι πρόκειται για μία ρηξικέλευθη και λυσιτελή διαδικασία η οποία συμβάλλει αφενός εις την εμπέδωση των συγγενικών σχέσεων αφετέρου αποτρέπει τόσο τον μηνυτή όσο και τον μηνυόμενο , να διολισθήσουν σε κατάχρηση του ένδικου βοηθήματος της μηνύσεως- εγκλήσεως, εκατέρωθεν εν είδει εκδίκησης και συν τοις άλλοις δίδεται μία προθεσμία διάσκεψης να μεσολαβήσει ειρήνευση εισέτι και με την συνδρομή ειδικών ψυχολόγων ως προς την ορθή κατεύθυνση της συμπεριφοράς του ζεύγους.
Χαράλαμπος Β Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος Παρ’ ΑρείωΠάγω