ΕΡΓΟΣΕ: Ακυρώθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο το πρόστιµο για τη σύµβαση «717»!

ΕΡΓΟΣΕ

Την ώρα που ολοκληρώθηκε η ανάκριση ενώπιον της Ελληνίδας Ευρωπαίας ανακρίτριας, Χριστίνας Σαλάπα, για τη μη ολοκλήρωση της σύμβασης «717» για την αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης-τηλεδιοίκησης του σιδηροδρομικού δικτύου Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας, που φέρεται να σχετίζεται κομβικά με την εθνική τραγωδία των Τεμπών, το ελληνικό Δημόσιο ηττήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο ακύρωσε το πρόστιμο των 2.400.000 ευρώ που είχε επιβάλει το υπουργείο Οικονομικών στην ΕΡΓΟΣΕ για τη ζημία που φέρεται να υπέστη κράτος και Ευρωπαϊκή Ένωση από τη μη ολοκλήρωση του έργου.

Της ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΣ ΧΡΥΣΙΚΟΥ

Έγινε δεκτή η έφεση της ΕΡΓΟΣΕ για την ποινή που της είχε επιβάλει το υπουργείο Οικονομικών τον Ιούνιο του 2019. Ωστόσο νομικοί κύκλοι εκτιμούν ότι το θέμα δεν θεωρείται λήξαν, καθώς το ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να ασκήσει το δικαίωμα της έφεσης

Ειδικότερα, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκανε δεκτή την έφεση της ΕΡΓΟΣΕ και ακύρωσε το πρόστιμο που της είχε επιβάλει το υπουργείο Οικονομικών τον Ιούνιο του 2019 για την περιβόητη σύμβαση «717», έπειτα από σχετικό πόρισμα και εντολή της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΕΔΕΛ). Η σύμβαση που υπεγράφη το 2014, με την υποχρέωση να έχει ολοκληρωθεί το έργο το 2016, μέχρι το 2023 παρέμενε ημιτελής, καθώς φέρεται παρανόμως να δόθηκαν μέχρι και το 2023 συνολικά επτά παρατάσεις, με επιπλέον εργασίες και δαπάνες.

Υπενθυμίζεται ότι το έργο ήταν συγχρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ποσοστό 85% και αν είχε εγκαίρως ολοκληρωθεί, πιθανότατα θα είχε αποτραπεί η τραγωδία των Τεμπών με τους 57 νεκρούς. Συνολικά 23 πρόσωπα έχουν απολογηθεί ενώπιον της Ελληνίδας Ευρωπαίας ανακρίτριας και έχουν αφεθεί ελευθέρα με υπέρογκες εγγυοδοσίες, ενώ κατηγορούνται ότι με πράξεις ή παραλείψεις τους η σύμβαση «717» παρέμενε μέχρι και το 2023 ημιτελής.
Αντίθετα, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε πως η σύμβαση εκτελέστηκε νόμιμα και δεν προκλήθηκε ζημία ούτε στο ελληνικό Δημόσιο ούτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασής του, οι μελέτες εφαρμογής της σηματοδότησης, που εκπόνησε τρίτη εταιρεία για λογαριασμό της κατασκευάστριας κοινοπραξίας, υλοποιήθηκαν σωστά, δεν παρουσίασαν παρατυπίες και παραδόθηκαν εντός του συμβατικού πλαισίου της διαγωνιστικής διαδικασίας, ενώ η καταλληλότητα της συγκεκριμένης εταιρείας είχε εγκριθεί από την ΕΡΓΟΣΕ προτού καν αναλάβει την εκπόνηση των μελετών.

Ωστόσο, νομικοί κύκλοι εκτιμούν ότι το θέμα δεν θεωρείται λήξαν, καθώς το ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να ασκήσει το δικαίωμα της έφεσης και έτσι η υπόθεση θα κριθεί οριστικά από την ολομέλεια του ανωτάτου δημοσιονομικού δικαστηρίου.

Το σκεπτικό της απόφασης

Η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» σάς παρουσιάζει σήμερα όλη την απόφαση του ΕΣ που έχει στην κατοχή της. «Από τη μελέτη και την αξιολόγηση όλων των προαναφερομένων στοιχείων του φακέλου, όπως βασίμως προβάλλεται, η συνυπογραφή από τη δανειοπάροχο των σχετικών μελετών εφαρμογής της σηματοδότησης προκειμένου να αποδειχθεί η εκπόνηση και η έγκριση αυτών από την ίδια δεν επιβάλλεται, ούτε από τους όρους των τευχών της σύμβασης που συνομολογήθηκε μεταξύ της αναδόχου και της εκκαλούσας, ούτε και από το οικείο κανονιστικό πλαίσιο που τη διέπει.

Αντιθέτως, όπως με σαφήνεια προβλέπεται από το άρθρο 15.7 της ΕΣΥ, οι μελέτες εφαρμογής της σηματοδότησης εκπονήθηκαν από την εταιρεία ΚΟΜΕΛ ΑΕ, δηλαδή μελετητή ανεξάρτητο της αναδόχου, ο οποίος δεν ήταν απαραίτητο να συμπίπτει με τη δανειοπάροχο και συνεπώς δεν νοείται συνυπογραφή τους από την τελευταία.

Εξάλλου οι μελέτες αυτές, όπως και όλο το έργο, υλοποιούνταν υπό την ευθύνη της αναδόχου, με βάση την ειδική εμπειρία που όφειλε να διαθέτει, μεταξύ άλλων, και για τη μελέτη εφαρμογής συστημάτων σηματοδότησης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στη διακήρυξη (βλ. άρθρο 22.7.Α.2 της ΕΣΥ, σκ. 10), και η οποία εισφέρθηκε από την ως άνω δανειοπάροχο αυτής.

Επιπλέον, σύμφωνα με τη διακήρυξη του ένδικου διαγωνισμού, η εταιρεία ΚΟΜΕΛ ΑΕ που εκπόνησε τις μελέτες εφαρμογής του συστήματος σηματοδότησης ως ανεξάρτητος μελετητής δεν απαιτείτο να διαθέτει κάποια συγκεκριμένη τάξη πτυχίου, όπως αντίθετα εσφαλμένα δέχτηκε η ΕΔΕΛ, ωστόσο η ίδια διέθετε εμπειρία σε παρόμοιες μελέτες και είχε προηγηθεί της αναλήψεως, εκ μέρους της, της εκπονήσεως των μελετών, η έγκρισή της από την εκκαλούσα, ως κύριο του έργου, προκειμένου να ελεγχθεί η καταλληλότητά της (βλ. άρθρο 15.5 της ΕΣΥ, σκ. 9 και άρθρο 19 παρ. 1 ν. 3316/2005, σκ. 6).
Ειδικότερα, με την υπ’ αριθ. πρωτ. 254597/23.12.2014 επιστολή της αναδόχου (βλ. σκ. 15) γνωστοποιήθηκε στην εκκαλούσα η εταιρεία ΚΟΜΕΛ ΑΕ που θα αναλάμβανε την εκπόνηση των μελετών εφαρμογής και, έτι περαιτέρω, παρατέθηκαν τα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν την προηγούμενη εμπειρία της κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο προαναφερόμενο άρθρο 22.7.Α.2 της διακήρυξης στην υλοποίηση παρόμοιων έργων, η βασιμότητα των οποίων, πάντως, δεν αμφισβητήθηκε από την ΕΔΕΛ κατά τον έλεγχό της. Κρίσιμη είναι, εν προκειμένω, η απόδειξη της πραγματικής -όχι μόνο τύποις- και ουσιαστικής διαθεσιμότητας των πόρων της δανειοπαρόχου εταιρείας προς την ανάδοχο και κατ’ επέκταση και στην ΚΟΜΕΛ ΑΕ, το οποίο δεν αμφισβητείται, αλλά, τουναντίον, από τα υποβληθέντα με την προσφορά της αναδόχου στοιχεία επιβεβαιώνεται το αντίθετο (βλ. τις από 3.2.2014 υπεύθυνες δηλώσεις της δανειοπαρόχου και το από την ίδια ημερομηνία συμφωνητικό με την ανάδοχο – σκ. 12).

Περαιτέρω, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω (βλ. σκ. 5), δεν προκύπτει ότι η εκκαλούσα απαίτησε από τη δανειοπάροχο της αναδόχου να εισφέρει τους πόρους της και να τους διαθέσει με ορισμένο τρόπο για τη διασφάλιση της άρτιας και ποιοτικής υλοποίησης του έργου, ούτε ότι ελήφθησαν υπ’ όψιν ή αξιολογήθηκαν κατά τον έλεγχο της ΕΔΕΛ κριτήρια, ικανά να στηρίξουν το συμπέρασμα ότι η συμμετοχή της δανειοπαρόχου στην υλοποίηση των επίμαχων μελετών δεν ήταν επαρκής.

Αντιθέτως διαπιστώθηκε ότι τόσο η δανειοπάροχος όσο και η ανάδοχος, κληθείσες από τον κύριο του έργου, ήτοι την εκκαλούσα, παρέθεσαν αναλυτικά στοιχεία (βλ. σκ. 11, όπου και οι σχετικές επιστολές της αναδόχου και της δανειοπαρόχου) για τον τρόπο της συνεργασίας τους και την έμπρακτη συμμετοχή της δανειοπαρόχου εταιρείας στην υλοποίηση των ανατεθεισών μελετών, τα οποία, παρότι ουσιώδη, ουδέποτε ελέγχθηκαν ή αξιολογήθηκαν υπό το πρίσμα της βασιμότητάς τους αφενός, της καταλληλότητάς τους αφετέρου, να διασφαλίσουν την ποιοτική ολοκλήρωση του έργου, με παράθεση ειδικής τεκμηρίωσης ως προς συγκεκριμένα, ενδεχομένως, τεχνικά στοιχεία, για τα οποία παρίστατο αναγκαία ή με άλλον τρόπο συνέργεια της δανειοπαρόχου και πάντα στον βαθμό που δεν θίγεται, καθ’ υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου, το δικαίωμα της αναδόχου να επιλέγει ελεύθερα τους όρους της συνεργασίας της με τη δανειοπάροχο εταιρεία.

Πέραν δε των στοιχείων αυτών που παρέθεσαν με τις μνημονευόμενες επιστολές τους, η ανάδοχος και η δανειοπάροχος για τον τρόπο της συνεργασίας τους, η δανειοπάροχος εκπόνησε την από 18.12.2015 Τεχνική Έκθεση Ανασκόπησης των Βασικών Αρχών Σχεδίασης του Συστήματος Σηματοδότησης – Τηλεδιοίκησης ΙΧL ΜΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΟΜΟΥΣ, στην οποία παρουσιάζονται τα αποτελέσματα του ελέγχου που αφορούν στις τροποποιήσεις που έπρεπε να γίνουν, μέσω των μελετών εφαρμογής, στο σύστημα σηματοδότησης και τις βασικές αρχές σχεδίασής τους. Σε κάθε περίπτωση, δοθέντος ότι η εκκαλούσα προέβη τελικά σε έγκριση των μελετών εφαρμογής σηματοδότησης χωρίς να κρίνει απαραίτητη τη συνυπογραφή τους από τη δανειοπάροχο της αναδόχου (βλ. την 264696/7.8.2015 επιστολή της εκκαλούσας, σκ. 18), δεν τεκμηριώνεται από την ΕΔΕΛ με συγκεκριμένα στοιχεία, ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου για ποιο λόγο αποτελούσε το μοναδικό, αποκλειστικά, τρόπο εισφοράς της δάνειας εμπειρίας της δανειοπαρόχου και συμμετοχής της στην υλοποίηση του έργου η τυχόν συνυπογραφή, εκ μέρους της, των επίμαχων μελετών.

Δεν στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη παρατυπία

Περαιτέρω, ακόμα κι αν παρίσταται αναγκαία, για συγκεκριμένους τεχνικούς λόγους, η αμεσότερη και προσωπική συμμετοχή της δανειοπαρόχου στην εκτέλεση της σύμβασης, εναπόκειτο στην ανάδοχο να προτείνει, ενδεχομένως, εναλλακτικούς τρόπους χρήσης των παρεχόμενων σε αυτή δάνειων πόρων για να υλοποιήσει με αποτελεσματικότερο τρόπο το αναληφθέν έργο (βλ. απόφαση της 7.4.2016, C-324/14, σκ. 57). Πρέπει δε να τονιστεί ότι δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 1 του ν. 3316/2005 (βλ. σκ. 6), σε συνδυασμό με άρθρο 15.5 της ΕΣΥ, οι μελέτες επιβάλλεται να υπογράφονται από τον εκπονήσαντα αυτές μελετητή, εν προκειμένω από την εταιρεία ΚΟΜΕΛ ΑΕ, από κανένα δε νομοθετικό, κανονιστικό ή συμβατικό κείμενο δεν απαιτείται συνυπογραφή από την ανάδοχο και κατ’ ακολουθίαν και τη δανειοπάροχο της αναδόχου. Τέλος, επισημαίνεται ότι η δανειοπάροχος, εντέλει, κληθείσα προς τούτο, δεν αρνήθηκε, αλλά συνυπέγραψε τις μελέτες, αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την ορθότητά τους, όπως και υπέβαλε η ίδια νέα τεχνική πρόταση για το τμήμα Τανάγρα – Δαύλεια, όπως τούτο επιβεβαιώνεται και από το ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ 8812/3.10.2019 έγγραφο της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Προγραμμάτων ΕΣΠΑ του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, γεγονός που επιβεβαιώνει, λόγω της ανάληψης της οικείας ευθύνης εκ μέρους της, πολλώ μάλλον, την ουσιαστική της συμμετοχή στην υλοποίησή τους. Δεν τεκμηριώνεται, ούτε αποδεικνύεται επομένως, με βάση τα στοιχεία του φακέλου, η βασιμότητα της αποδιδόμενης στην εκκαλούσα παράβασης και κατ’ ακολουθία δεν στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη παρατυπία και ο σχετικός λόγος επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

Αλυσιτελείς οι ισχυρισμοί του Δημοσίου

– Περαιτέρω, οι προβαλλόμενοι λόγοι που αφορούν στο δεύτερο εύρημα της έκθεσης ελέγχου, που συνίσταται στον ‘‘ανεπαρκή ορισμό του αντικειμένου της σύμβασης κατά τη δημοπράτηση, λόγω πλημμελειών της οριστικής μελέτης’’, πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελείς. Και τούτο διότι το ανωτέρω εύρημα δεν αποτελεί αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού ο διαθέτων την αποφασιστική αρμοδιότητα υπουργός [βλ. ν. 4314/2014 (Α΄ 265), με τον οποίο ρυθμίστηκαν τα ζητήματα διαχείρισης και ελέγχου των αναπτυξιακών παρεμβάσεων για την προγραμματική περίοδο 2014-2020 και συγκεκριμένα το αρ. 12 παρ. 8 (α) τελευταίο εδάφιο αυτού, όπως αντικαταστάθηκε με το αρ. 41 παρ. 8 ν. 4569/2018 (Α΄ 179/11.10.2018) και ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, επέβαλε την προσβαλλόμενη δημοσιονομική διόρθωση με ανάκτηση, στηριζόμενος αποκλειστικά στον πρώτο εύρημα όπως με σαφήνεια αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και αναλυτικά παρατίθεται στη σκέψη 26 της παρούσας.

– Κατ’ ακολουθίαν των προαναφερομένων, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η 69776/24.6.2019 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών. Τέλος, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει το ηττώμενο Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (βλ. άρθρο 314 παρ. 3 του ν. 4700/2020).

Για τους λόγους αυτούς δέχεται την έφεση και ακυρώνει την 69776/24.6.2019 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών».

Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Θεσσαλονίκη: Αθώοι δύο πρώην διευθυντές στο Ιπποκράτειο για παράνομες προμήθειες υγειονομικών υλικών

Δίωξη στην μητέρα και τον σύντροφό της για τον ξυλοδαρμό του νηπίου 2,5 ετών στο Ηράκλειο

Γίνετε συνδρομητές στο «Δικαστικό Ρεπορτάζ», το κορυφαίο μηνιαίο περιοδικό για τη Δικαιοσύνη. Για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ.

Ακολουθήστε μας στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλες τις ειδήσεις