Προκαταρκτική πειθαρχική έρευνα διατάχθηκε από τον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας σε βάρος του γνωστού ποινικολόγου Αλέξη Κούγια με αφορμή «επεισόδιο» που είχε με τη 19η ανακρίτρια Παρασκευή Μπότση, η οποία χειρίζεται την υπόθεση Λιγνάδη.
Ο ποινικολόγος έχει στραφεί σε βάρος των λειτουργών της δικαιοσύνης που χειρίστηκαν την υπόθεση του γνωστού σκηνοθέτη, τόσο με αναφορές στον Άρειο Πάγο, όσο και με αναφορά ειδικά σε βάρος της 19ης ανακρίτριας στην Επιθεωρήτρια του Πρωτοδικείου της Αθήνας.
Ωστόσο, αναφορά φέρεται να υπέβαλε και η ανακρίτρια έπειτα από επίσκεψη του κ. Κούγια στο γραφείο της, κατά την οποία εκείνος φέρεται να την απείλησε, ενώ δεν τηρούσε -σύμφωνα με την ίδια πηγή- ούτε τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό.
Τι συνέβη στο γραφείο της ανακρίτριας
Στην αναφορά της η ανακρίτρια φέρεται να περιγράφει πως τη Δευτέρα 8 Μαρτίου 2021 μπήκε στο γραφείο της ο συνήγορος υπεράσπισης του Δημήτρη Λιγνάδη, αφού προηγουμένως είχε τηλεφωνήσει στη γραμματέα του τμήματος δηλώνοντας την πρόθεσή του να επικοινωνήσει μαζί της και ταυτόχρονα ξεκαθαρίζοντας πως γνώριζε ότι ανακρίτρια βρισκόταν στο γραφείο της από πληροφορίες που του έδωσαν συνεργάτες του γραφείου του που βρίσκονταν ακριβώς απ΄ έξω.
Σύμφωνα με όσα φέρεται να αναφέρει η κα. Μπότση, ο κ. Κούγιας μπήκε στο γραφείο της αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα και χωρίς να φορά τη μάσκα του με τον σωστό τρόπο, με ακάλυπτο το στόμα και τη μύτη του.
Έπειτα από παρατήρηση της ίδιας, ο ποινικολόγος φέρεται να προσάρμοσε κατάλληλα τη μάσκα προστασίας, αλλά στη συνέχεια -σύμφωνα με όσα εκείνη φέρεται να καταγγέλλει- της απευθύνθηκε σε έντονο ύφος, λέγοντάς μεταξύ άλλων: «Εγώ εσένα θα σε βάλω φυλακή! Είσαι η ντροπή της Δικαιοσύνης».
Μάλιστα φέρεται να την κατηγόρησε ότι συνεργάζεται με την πολιτική αγωγή και καλεί δημοσιογράφους πριν πραγματοποιήσει έρευνες. Όλα τα παραπάνω διημείφθησαν παρουσία εισαγγελέων, ανακριτών και γραμματέων που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στον όροφο. Η ανακρίτρια φέρεται να απάντησε στον δικηγόρο σχετικά με τις κατηγορίες που της απηύθυνε, ενώ στη συνέχεια του ζήτησε να αποχωρήσει από το γραφείο της, κίνηση την οποία εκείνος φέρεται να μην έκανε.
Αυτό οδήγησε την ανακρίτρια στην αναζήτηση αστυνομικού προκειμένου να απομακρύνει τον δικηγόρο από το γραφείο της.
Όμως, επειδή φαίνεται πως δεν βρήκε εκείνη τη στιγμή, κατευθύνθηκε προς το κτήριο 6 προκειμένου να ενημερώσει την προϊσταμένη του Πρωτοδικείου για την έλλειψη οργάνων ασφαλείας στο κτήριο 9, που βρίσκεται το δικό της γραφείο, και στη συνέχεια επέστρεψε πίσω.
Κατά τη διάρκεια του περιστατικού, ο γνωστός ποινικολόγος φέρεται να ακολούθησε την ανακρίτρια μέχρι το γραφείο της προϊσταμένης και στη συνέχεια επέστρεψε πίσω στο γραφείο μαζί της, όταν και μετά από υπόμνηση της τελευταίας σχετικά με τη δυνατότητα εγγραφής υποβολής των αιτημάτων του αποχώρησε.
Η αναφορά Κούγια σε βάρος της ανακρίτριας
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Κούγιας είχε υποβάλει για λογαριασμό του εντολέα του κ. Λιγνάδη αναφορά-καταγγελία 22 σελίδων στην επιθεωρήτρια του Πρωτοδικείου της Αθήνας. Σε αυτή την αναφορά γίνεται λόγος για «κατασκευή σεναρίου» από την ανακρίτρια, για υπαγόρευση κατάθεσης σε μάρτυρα, αλλά και για κατ’ οίκον έρευνα δίχως την παρουσία εισαγγελέα.
«Η ανακρίτρια, αντί να ικανοποιήσει τα δικά μου αιτήματα, έδωσε εντολή αυθημερόν να γίνει έρευνα στην οικία μου, στη μοτοσικλέτα και το αυτοκίνητο μου (…), ενώ απορίες προκαλεί παραγγελία της να γίνει κατ΄ οίκον έρευνα και στην οικία του αδελφού μου, ο οποίος δεν είναι κατηγορούμενος στην υπόθεσή μου αλλά μάρτυρας υπερασπίσεως» αναφέρεται στην καταγγελία σε βάρος της ανακρίτριας.
Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν στις 3 Μαρτίου 2021 και στη συνέχεια ανακρίτρια έδωσε την εντολή να εξεταστούν από τη ΔΕΕ τα ψηφιακά αποθηκευτικά μέσα που εντοπίστηκαν. Στις 6 Μαρτίου 2021, η ανακρίτρια ζήτησε να γίνει συμπληρωματική κατ’ οίκον έρευνα στους αποθηκευτικούς χώρους της πολυκατοικίας. «Στη σχετική έκθεση έρευνας, ενώ την υπογράφει ο αντεισαγγελέας πρωτοδικών κ. Ιωάννης Παναγόπουλος, εντούτοις ο αδερφός μου, που ήταν παρών, μου ανέφερε ότι δεν υπήρχε εισαγγελέας στην έρευνα και μάλιστα έλαβε φωτογραφίες από την ταράτσα της πολυκατοικίας, όπου ανέβασαν αστυνομικοί τα έγγραφα, καθώς στο υπόγειο δεν υπήρχε φως, και εκεί φαίνεται ότι παρόντες ήσαν μόνο οι αστυνομικοί» αναφέρεται στην καταγγελία.
Στην αναφορά που κατέθεσε ο Αλέξης Κούγιας περιγράφεται ότι στις 3 Μαρτίου 2021 κατέθεσε μάρτυρας υπεράσπισης του κ. Λιγνάδη, ο οποίος αναφέρθηκε σε ξενοδοχείο με αυτόνομα καταλύματα, στα οποία είχε μείνει παλαιότερα με τον σκηνοθέτη, ενώ υποστήριξε ότι στις 8 Αυγούστου ήταν στην Επίδαυρο, αλλά δεν είχε δει τον Δημήτρη Λιγνάδη.
Την ίδια μέρα προσήλθε η δικηγόρος του φερομένου θύματος και ζήτησε να εξεταστεί ξανά ο εντολέας της προκειμένου να προσδιορίσει ακριβέστερα την ημερομηνία τέλεσης της πράξης, προσκομίζοντας στοιχεία μιας παράστασης που έλαβε χώρα 24-25 Ιουλίου 2015 και φωτογραφίες από το συγκεκριμένο ξενοδοχείο.
«Από το γεγονός αυτό, το οποίο είναι αδύνατον να αποτελεί σύμπτωση, προκύπτει σαφώς ότι υπήρξε απόλυτος συντονισμός μεταξύ της πλευράς της υποστήριξης της κατηγορίας και της ανακρίτριας, με σκοπό να ξεπεραστεί το “άλλοθι” μου και να κατασκευαστεί ένα νέο σενάριο με άλλη ημερομηνία αφού το προηγούμενο είχε καταρρεύσει!» υποστηρίζεται στην αναφορά.
Τέλος, στις 5 Μαρτίου 2021, ο κ. Κούγιας αντιλήφθηκε ότι «η ανακρίτρια λάμβανε υπαγορεύοντας η ίδια την κατάθεση ενός νεαρού άνδρα, τον οποίο μετά είδε να περιμένει έξω από το ανακριτικό γραφείο και να προσομοιάζει με το φερόμενο θύμα, η φωτογραφία του οποίου υπήρχε στη δικογραφία. Ακολούθως ο κ. Κούγιας έλαβε τα νέα αντίγραφα της δικογραφίας και εκεί διαπίστωσε ότι πράγματι ο συγκεκριμένος το ίδιο πρωί είχε δώσει νέα κατάθεση αλλάζοντας για ακόμα μία φορά το σενάριο της περίπτωσής του».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Αναφορές στον Άρειο Πάγο
Αμέσως μετά την προφυλάκιση του Δημήτρη Λιγνάδη, ο κ. Κούγιας είχε καταθέσει τρεις αναφορές στον Άρειο Πάγο, οι οποίες στρέφονται σε βάρος των εισαγγελέων, της ανακρίτριας και των μελών του δικαστικού συμβουλίου που χειρίστηκαν την υπόθεση Λιγνάδη. «Οι ως άνω δύο Εισαγγελείς δεν κάλεσαν τον κ. Λιγνάδη, ενώ αυτό ήταν υποχρεωτικό, να δώσει γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις, πριν του ασκήσουν ποινική δίωξη για ένα από τα σοβαρότερα αδικήματα που προβλέπονται στον Ποινικό Κώδικα και για το καθένα από αυτά απειλείται ποινή καθείρξεως έως και 15 ετών. Η δεύτερη αναφορά στρέφεται κατά της κας. Ανακρίτριας, η οποία διεξάγει την ανάκριση και η οποία αφενός μεν εξέδωσε ένα παράνομο ένταλμα σύλληψης, αφετέρου δε, ενώ κάλεσε να δώσει μαρτυρική κατάθεση ενώπιόν της τον δεύτερο καταγγέλλοντα, τον μοναδικό μάρτυρα της υποθέσεως, έναν αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας Αιγύπτιο» είχε δηλώσει ο κ. Κούγιας.
Η τρίτη αναφορά υποβλήθηκε σε βάρος του προέδρου και των μελών του δικαστικού συμβουλίου που εξέδωσαν το βούλευμα, το οποίο απέρριπτε την ένσταση ακυρότητας της προδικασίας σε βάρος του κ. Λιγνάδη. Μάλιστα, ο ποινικολόγος υποστήριξε ότι το δικαστικό συμβούλιο περιέλαβε στο σκεπτικό του βουλεύματος «έγγραφα και κρίσεις από την απολογία του κατηγορουμένου που ακόμη δεν είχε λάβει χώρα, αλλά ξεκίνησε μετά την έκδοση του βουλεύματος και διήρκεσε τουλάχιστον 5 ώρες, οι δε καταθέσεις των μαρτύρων υπερασπίσεως του κατηγορουμένου ελήφθησαν και ολοκληρώθηκαν μετά την απολογία του και τουλάχιστον 7 ώρες μετά την έκδοση του βουλεύματος».
Πηγή: dikastiko.gr