Σοκ και αποτροπιασμό προκαλούν οι καταθέσεις των εμπλεκόμενων αστυνομικών (ήδη ελέγχονται πειθαρχικά και ποινικά) αλλά και του φίλου της Κυριακής, ο οποίος την οδήγησε το βράδυ της 1ης Απριλίου μέχρι το τμήμα Αγίων Αναργύρων πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα γλίτωνε από το καρτέρι θανάτου που της είχε στήσει ο δράστης.
Των ΠΕΤΡΟΥ ΚΟΥΣΟΥΛΟΥ, ΤΖΕΝΗΣ ΜΑΡΚΟΥ
• Όλα όσα ανέφεραν η αξιωματικός υπηρεσίας, η υποδιοικητής, η αδελφή και ο φίλος του 28χρονου θύματος
• Απίστευτο! Οι ένστολοι του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων έβλεπαν τη δολοφονία από το μπαλκόνι, ενώ ο φρουρός δεν αντιλήφθηκε τίποτα
Ο φίλος – αυτόπτης μάρτυρας
Στην αρχή της κατάθεσής του ο Δ.Σ. αναφέρθηκε στη σχέση που είχε με την αδικοχαμένη Κυριακή. «Από το 2013-14 μέχρι και το έτος 2018-19 ήμουν σε σχέση με τη Γρίβα Κυριακή. Την 25.3.2024 μέσω Facebook η Κυριακή μου έστειλε μήνυμα χαιρετισμού. Συνομιλήσαμε καθώς είχαμε να τα πούμε αρκετό καιρό. Βρεθήκαμε την 29η.3.2024 σε μια καφετέρια στους Αγίους Αναργύρους. Εκεί μου είπε ότι είναι χωρισμένη από τη σχέση της εδώ και 2 μήνες γιατί δεν περνούσε καλά. Από ό,τι μου είπε, όσο ήταν στη σχέση της διέμενε στο Αιγάλεω και τώρα διαμένει στη Νέα Χαλκηδόνα. Το Σάββατο ξαναβρεθήκαμε και πήγαμε σε μια καφετέρια στη Νέα Φιλαδέλφεια. Εκεί μου είπε ότι χώρισε γιατί το άτομο που είχε σχέση γινόταν καταχρηστικός και κακοποιητικός. Ενώ μερικές φορές μου διηγήθηκε ότι έφευγε και από το σπίτι, ενώ μου είπε ότι του είχε κάνει και μήνυση και την είχε ανακαλέσει».
Στη συνέχεια ο 37χρονος φίλος της Κυριακής περιέγραψε στην Ασφάλεια τι συνέβη το μοιραίο βράδυ της Δευτέρας. «Ξαναβρεθήκαμε σήμερα κατά το απόγευμα και πήγαμε για καφέ. Κατόπιν την κατέβασα προς το σπίτι με το αυτοκίνητό μου, όπου λίγο πριν την αφήσω είδα έξω από ένα σύμπλεγμα κατοικιών όπου διέμενε η Κυριακή, χωρίς να ξέρω πού ακριβώς, έναν άνδρα με μια άσπρη μοτοσικλέτα. Μόλις τον είδε η Κυριακή μου φώναξε να φύγουμε γιατί ήταν ο παλιός της δεσμός και τον φοβόταν. Της είπα να πάμε στο αστυνομικό τμήμα να αναφέρει το γεγονός και ήρθαμε στο αστυνομικό τμήμα Αγίων Αναργύρων, διότι αυτό θυμόμουν εδώ κοντά στην περιοχή. Στάθμευσα το αμάξι μου όπισθεν του κτιρίου του τμήματος και ανεβήκαμε μαζί επάνω στον πρώτο όροφο, όπου βρίσκεται το αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων. Η Κυριακή μου ζήτησε να κάτσω έξω από το γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας διότι ήθελε να μπει μόνη της και μου είπε να περιμένω».
«Όσο βρισκόταν στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας, όπου μίλαγε με κάποιες γυναίκες αστυνομικούς, εγώ δεν άκουγα όλη τη συζήτηση, αλλά κατάλαβα από τα λίγα που μπορούσα να ακούσω ότι οι αστυνομικοί την προέτρεπαν να κάνει μήνυση, αλλά η Κυριακή έλεγε ότι δεν τον φοβάται και δεν ήθελε να κάνει μήνυση. Μόλις βγήκε από το γραφείο η Κυριακή μου είπε ότι της είπαν οι αστυνομικοί να κάνει μήνυση, πλην όμως αυτή δεν ήθελε και ότι θα έπαιρνε τηλέφωνο το 100 για να τη συνοδεύσουν αστυνομικοί στο σπίτι της».
«Όταν κατεβήκαμε κάτω στον δρόμο πήρε το 100 τηλέφωνο και έλεγε το περιστατικό, δηλαδή ότι είναι ο πρώην φίλος της έξω από το σπίτι, ενώ έλεγε και πού βρισκόμαστε ακριβώς, εκτιμώντας εγώ ότι το έλεγε κατόπιν ερωτήσεων των αστυνομικών από το τηλέφωνο. Όταν φτάσαμε σε ένα σημείο όπου είναι σταθμευμένα κάποια μηχανάκια, ξαφνικά η Κυριακή, κι ενώ μιλούσε ακόμα στο τηλέφωνο, ανέστρεψε πλάτη. Αναίσθητα ανέστρεψα και εγώ, αλλά δεν κάναμε πολλά βήματα και τότε ένας άνδρας έπεσε με άλμα επάνω της και άρχισε να τη χτυπάει με μαχαίρι. Εγώ αιφνιδιάστηκα και άρχισα να φωνάζω, αλλά εντός λίγων δευτερολέπτων η Κυριακή είχε πέσει αιμόφυρτη κάτω μαζί με τον δράστη, ενώ ο δράστης, παρ’ όλο που ήταν κάτω, δεν άφηνε το μαχαίρι και θυμάμαι έναν αστυνομικό που ήρθε και το κλώτσησε παραπέρα για να μην το κρατάει ο δράστης. Όταν συνήλθα λίγο είδα την Κυριακή χωρίς τις αισθήσεις της μπρούμυτα στο πεζοδρόμιο και αυτός πεσμένος πλάγια με την Κυριακή μέσα στα αίματα. Τα έχασα, δεν μπορώ ακόμα να το πιστέψω πώς έγινε».
Στην ερώτηση πώς ο δράστης εμφανίστηκε μπροστά τους ενώ τον είχαν αφήσει στη Νέα Χαλκηδόνα, έξω από το σπίτι της Κυριακής, ο 37χρονος ανέφερε «δεν ήξερα καλά τους δρόμους, θεωρώ ότι αυτός, κινούμενος με τη μηχανή του, μας ακολούθησε χωρίς να το καταλάβουμε».
Η κατάθεση της αδελφής
Η αδελφή της αδικοχαμένης Κυριακής αναφέρθηκε στην κατάθεσή της στη σχέση της αδελφής της με τον 39χρονο της. Μάλιστα, όπως υποστήριξε γνώριζε ότι η αδελφή της κακοποιούνταν από τον πρώην σύντροφο-δολοφόνο της. «Είμαι αδελφή της Γρίβα Κυριακής. Η αδελφή μου διατηρούσε σχέση πολλά χρόνια με τον Θανάση Κουρέλη. Νομίζω 4 ή 5. Για 2 ή 3 χρόνια έμεναν μαζί και νοίκιαζαν σπίτι στο Ίλιον. Τα τελευταία δύο χρόνια μου έλεγε η αδελφή μου ότι δεν τα πήγαιναν καλά κι ότι ο Θανάσης Κουρέλης τη χτυπούσε. Είχε διαδοθεί ότι ο Θανάσης Κουρέλης είχε ψυχολογικά προβλήματα, αλλά δεν γνωρίζω λεπτομέρειες. Τον τελευταίο χρόνο είχαν χωρίσει, αλλά συνέχιζαν να μένουν μαζί, μέχρι να βρει ο καθένας το δικό του σπίτι και να ζήσουν μόνοι τους. Πριν ένα μήνα η αδελφή μου βρήκε σπίτι στους Αγίους Αναργύρους, οδός Αριστοφάνους 9, όπου έμενε μόνη της. Απ’ ό,τι μου είχε πει, στον μήνα αυτόν πηγαινοερχόταν στο παλιό της σπίτι για να παίρνει τα πράγματά της. Δεν μου είχε πει κάτι παραπάνω. Όταν ήρθα στην Υπηρεσία μας έμαθα για το συμβάν το προηγούμενο βράδυ».
Είδαν τον φόνο της άτυχης κοπέλας από το μπαλκόνι…
Οι καταθέσεις των εμπλεκόμενων αστυνομικών
Σύμφωνα με τη μαρτυρική κατάθεση της 22χρονης αστυφύλακα Φ.Ε. η οποία εκτελούσε χρέη αξιωματικού υπηρεσίας το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, η Κυριακή και ο φίλος της μετέβησαν στο Α.Τ., αλλά μόνο η Κυριακή εισήλθε στο γραφείο.
«Περίπου στις 22.10 η ώρα ενώ βρισκόμουν στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας παρατήρησα από τις κάμερες δύο άτομα και συγκεκριμένα μία γυναίκα και έναν άνδρα να μιλάνε στον αστυνομικό που βρισκόταν σε υπηρεσία σκοπού καταστήματος, ο οποίος ονομάζεται Μ.Ι. Έπειτα, τα δύο άτομα ανέβηκαν στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας όπου βρισκόμουν εγώ και η υποδιοικητής του τμήματος, η αστυνόμος Κ.Π., η οποία βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία ως επόπτης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Δυτικής Αττικής, καθώς και η αστυφύλακας Φ.Μ., η οποία και εκείνη βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία, ως οδηγός της αστυνόμου. Στο γραφείο μπήκε μόνο η γυναίκα, ο άνδρας που ήταν μαζί της την περίμενε στον χώρο που βρίσκεται έξω από το γραφείο. Αμέσως ρώτησα τον λόγο που βρίσκεται στην Αστυνομία και πώς θα μπορούσα να τη βοηθήσω. Εκείνη άρχισε να μου λέει ότι υποψιάζεται ότι ο πρώην της, χωρίς να μου δώσει τα στοιχεία του, την περιμένει κάτω από το σπίτι της, το οποίο όπως μου δήλωσε βρίσκεται κοντά στο τμήμα. Ο ίδιος άνδρας όπως μου είπε βρισκόταν και χθες (31.3.2024) έξω από την οικία της, χωρίς να μου πει ακριβώς αν έγινε κάτι χθες ή απλώς μόνο τον είδε να βρίσκεται έξω από το σπίτι της. Ακούγοντας αυτό, τη ρώτησα αν χθες ή σήμερα την έχει απειλήσει ή την έχει εξυβρίσει. Εκείνη μου απάντησε ότι ούτε χθες ούτε σήμερα την εξύβρισε ή την απείλησε. Μου εξήγησε ότι στο παρελθόν του είχε κάνει μήνυση και ρωτώντας την για ποιο λόγο, εκείνη μου είπε ότι την εξύβριζε, την απειλούσε και τη βίαζε, πλην όμως την απέσυρε. Τότε η συνάδελφός μου, Φ.Μ., τη ρώτησε αν θέλει να κάνει σήμερα μήνυση και εκείνη απάντησε ότι δεν θέλει».
Στη συνέχεια η Κυριακή ζήτησε ένα περιπολικό για να πάει σπίτι της, με την αξιωματικό να της απαντάει πως εκείνη την ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό του τμήματος και θα έπρεπε να πάρει το 100. «Μας είπε ότι το μόνο που ήθελε ήταν να την πάει κάποιο περιπολικό στο σπίτι. Η Φ.Μ. της εξήγησε ότι εκείνη την ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό του τμήματος να την πάει στο σπίτι της και εγώ της είπα ότι δεν γίνεται να μπει μέσα σε περιπολικό, παρά μόνο να κληθεί το 100, προκειμένου να δώσει κάποιο σημείο συνάντησης ή την οικία της ή το αστυνομικό τμήμα, προκειμένου να μεταβούν μαζί στο σπίτι της».
Η Κυριακή ρώτησε πόση ώρα θα κάνει να φτάσει κάποιο περιπολικό, με τους αστυνομικούς να της λένε ότι δεν γνωρίζουν πόσος χρόνος θα χρειαστεί. «Εκείνη μας ρώτησε πόση ώρα θα κάνει να φτάσει κάποιο περιπολικό, αν θα αργήσει. Της εξηγήσαμε ότι δεν γνωρίζαμε πόσο χρόνο χρειάζεται ακριβώς για να έρθει. Μας είπε ότι θα πάρει εκείνη το 100 και έφυγε μαζί με τον άνδρα που ήρθαν μαζί».
Η πεντάλεπτη συζήτηση
«Αφού με ρωτάτε, η συζήτηση αυτή κράτησε περίπου 5 λεπτά, οπότε η ώρα που έφυγαν πρέπει να ήταν 22.15», είπε στην κατάθεσή της η 22χρονη αστυφύλακας που τη μοιραία νύχτα βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία. «Φεύγοντας την είδα από τις κάμερες να διασχίζει τον διάδρομο μπροστά από τη σκοπιά του τμήματος μιλώντας στο κινητό και να φεύγει μαζί με τον άνδρα που σας είπα. Αφότου έφυγαν, εγώ και η Φ.Μ. παραμείναμε στο γραφείο και μιλούσαμε, ενώ η αστυνόμος είχε πάει στο γραφείο της. Μετά από περίπου 3-4 λεπτά άκουσα έναν άνδρα να φωνάζει ‘‘βοήθεια, τη σκοτώνει, τη σκοτώνει’’. Αμέσως εγώ και η Φ.Μ. βγήκαμε στο μπαλκόνι, το οποίο κοιτάει προς τη σκοπιά του τμήματος, και είδαμε δύο άτομα πεσμένα στο έδαφος και τον αρχιφύλακα να στέκεται όρθιος. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα καταλάβει ακριβώς τι είχε γίνει. Εγώ και η αστυφύλακας Φ.Μ. κατεβήκαμε γρήγορα στη σκοπιά για να δούμε τι έγινε», υποστήριξε.
Έβλεπαν το θύμα να πεθαίνει
«Φτάνοντας στη σκοπιά είδα τη γυναίκα που βρισκόταν πριν λίγο στο γραφείο μας πεσμένη στο έδαφος, μπρούμυτα, και γύρω της, κάτω στο έδαφος, να υπάρχει αρκετό αίμα και να έχει σπασμούς. Κοντά της βρισκόταν ένας άνδρας, καθισμένος σε ένα πεζούλι μπροστά από τη σκοπιά, γέρνοντας το σώμα του ελαφρώς προς τα αριστερά, ενώ το δεξί του το χέρι το ακουμπούσε πάνω στο σώμα του».
«Ενώ προσπαθούσα να καταλάβω τι έγινε, ο άνδρας που είχε φύγει μαζί με τη γυναίκα που σας ανέφερα, ο οποίος βρισκόταν δίπλα στη σκοπιά, μας είπε ότι τη μαχαίρωσε ο προαναφερόμενος άνδρας. Ψάχνοντας για το μαχαίρι είδα τον άνδρα, ο οποίος βρισκόταν καθισμένος, να σηκώνει το δεξί του χέρι, κρατώντας ένα μαχαίρι και να το καρφώνει στον λαιμό του και συγκεκριμένα στην αριστερή του πλευρά. Βλέποντάς το αυτό είπα αμέσως στον αρχιφύλακα, αφού ήταν πιο κοντά, να του πάρει το μαχαίρι από τα χέρια. Εκείνος του το πήρε, το πέταξε στο έδαφος και εγώ το κλώτσησα πιο μακριά για να μην το φτάνει ο άνδρας».
«Η αστυφύλακας Φ.Μ. δεν βρισκόταν μπροστά στο περιστατικό με το μαχαίρι, καθώς είχε ανέβει στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας για να καλέσει σταθμό του ΕΚΑΒ. Μετά ανέβηκα κι εγώ, καθώς η αστυνόμος μου είπε ότι με καλούν στον ασύρματο και ότι έπρεπε να απαντήσω. Πήρα τον ασύρματο και ξανακατέβηκα στη σκοπιά. Μέχρι να ξανακατέβω είχαν φτάσει ήδη και άλλοι αστυνομικοί από άλλες ομάδες, χωρίς όμως να έρθει σταθμός του ΕΚΑΒ».
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι τόσο η αξιωματικός υπηρεσίας όσο και η υποδιοικήτρια του Α.Τ. Αγίων Αναργύρων που βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία επόπτη, δεν ζήτησαν ούτε τα στοιχεία του δράστη, ούτε την περιγραφή των εξωτερικών χαρακτηριστικών του, ώστε -εάν και όταν έστελναν περιπολικό έξω από το σπίτι της- να τον αναζητήσουν. «Αφού κατέβηκα, πήρα τον άνδρα που μου είπε ότι την είχε μαχαιρώσει και ανεβήκαμε στο γραφείο για να του ζητήσω τα στοιχεία του και να μου πει τι ακριβώς έγινε».
«Εκείνος δεν κατάφερε να μου πει τι έγινε, καθώς ήταν ταραγμένος. Του είπα να μου δώσει μόνο την ταυτότητά του και να καθίσει να ηρεμήσει. Από την ταυτότητά του είδα ότι ονομάζεται Δ.Σ. Μόλις ηρέμησε λίγο, του ζήτησα να μου δώσει και τα στοιχεία της γυναίκας που βρισκόταν πεσμένη στο έδαφος αιμόφυρτη και μου είπε ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι τη λένε Γρίβα Κυριακή. Μετά τον ρώτησα αν γνώριζε τον άνδρα που μαχαίρωσε τη Γρίβα και μου είπε ότι τον γνωρίζει, αλλά εκείνη τη στιγμή επειδή ήταν ταραγμένος δεν μπορούσε να θυμηθεί το όνομά του. Μετά από λίγο θυμήθηκε πώς τον λένε και μου είπε το επίθετό του, χωρίς να είναι σίγουρος. Στη συνέχεια του έδωσα νερό για να ηρεμήσει και καθόμασταν στο γραφείο μου με άλλους αστυνομικούς που είχαν έρθει για να μάθουν τι έγινε».
«Ακούγοντας τις συζητήσεις κατάλαβα ότι αυτός με τη Γρίβα είχαν σχέση στο λύκειο και από τότε δεν είχαν ξαναμιλήσει. Πριν τρεις ημέρες του έστειλε η Γρίβα μήνυμα για να βγουν και όταν βγήκαν του εξήγησε ότι είχαν χωρίσει με τον δράστη, με τον οποίο είχαν αρραβωνιαστεί και ότι τον φοβόταν, χωρίς να πει για ποιον λόγο ακριβώς».
«Τότε τον ρωτήσαμε γιατί την ώρα που βρισκόταν η Γρίβα στο γραφείο και μας έλεγε για τον Α.Κ., δεν ήρθε εκείνος να μας εξηγήσει καλύτερα τι συνέβαινε, καθώς η Γρίβα δεν μας είπε κάτι συγκεκριμένο. Εκείνος στην ερώτησή μας μάς απάντησε ότι καθόταν έξω γιατί νόμιζε ότι ήθελε να μας πει κάτι προσωπικά», ανέφερε.
Η κατάθεση της υποδιοικητού
Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε είπε στην κατάθεσή της η υποδιοικητής του τμήματος Κ.Π., η οποία τη μοιραία νύχτα εκτελούσε χρέη επόπτριας στα τμήματα της Δυτικής Αττικής. Η εν λόγω βρισκόταν στο γραφείο της αξιωματικού υπηρεσίας μαζί με την οδηγό της, κάτι που αποδεικνύει ότι υπήρχε υπηρεσιακό όχημα και εάν είχαν το φιλότιμο ή τη στοιχειώδη ενσυναίσθηση θα μπορούσαν να οδηγήσουν την Κυριακή μέχρι το σπίτι της που βρισκόταν σε απόσταση 900 μέτρων. «Απόψε, 2.4.2024 είμαι σε διατεταγμένη υπηρεσία επόπτη της Δυτικής Αττικής, κατά το ωράριο 22.00-06.00 ώρα. Χθες, 1.4.2024, λίγο μετά τις 22.00 ώρα, ήμουν στο τμήμα στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας και ετοιμαζόμουν να αναλάβω καθήκοντα επόπτη, όπως σας είπα. Μαζί μου ήταν η οδηγός μου, αστυφύλακας Φ.Μ., καθώς και η αστυφύλακας Φ.Ε. Κάποια στιγμή ήρθε μια κοπέλα μαζί με το αγόρι της και μας είπε ότι την ενοχλεί ο πρώην της. Η αξιωματικός υπηρεσίας, η Φ.Ε., της εξήγησε ότι μπορεί να κάνει μήνυση ή ασφαλιστικά μέτρα στον πρώην της», ανέφερε.
«Όταν τη ρωτήσαμε εάν την απειλεί ή κάτι άλλο, μας είπε ότι την ενοχλεί, χωρίς να προσδιορίσει όμως το είδος της ενόχλησης. Αυτό βέβαια θυμάμαι εγώ, καθώς δεν ήμουν και όλη την ώρα παρούσα. Μας ζήτησε μόνο εάν μπορούμε να τη συνοδεύσουμε μέχρι το σπίτι της, γιατί πίστευε ότι ο πρώην της την περίμενε εκεί. Επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό στο τμήμα, της είπαμε ότι μπορούμε να καλέσουμε την Άμεση Δράση», υποστήριξε η αξιωματικός.
«Εκείνη είπε ότι θα έπαιρνε μόνη της και κατέβηκε μαζί με τον άνδρα που τη συνόδευε στην είσοδο του τμήματος. Τότε εγώ πήγα στο γραφείο μου και μετά από ελάχιστα λεπτά, 2-3, άκουσα κάποιον να φωνάζει ‘‘την έσφαξε, την έσφαξε’’. Τότε τρέξαμε όλοι στο ισόγειο στην είσοδο του τμήματος και είδαμε την κοπέλα που ήταν πριν επάνω στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας πεσμένη μπρούμυτα και ‘‘ποτάμι’’ από αίμα να τρέχει. Η κοπέλα είχε για λίγο όταν κατέβηκα τις αισθήσεις της, αλλά μετά όχι. Καλέσαμε το ΕΚΑΒ, φωνάξαμε τη φαρμακοποιό από το γειτονικό φαρμακείο όπου διαπίστωσε ότι δεν είχε σφυγμό. Ο άνδρας που είχε ανέβει μαζί της πριν στο τμήμα, ανέβηκε ξανά μέσα σε αυτό, ενώ κοντά της υπήρχε πεσμένος ένας άλλος άνδρας, ο οποίος είχε τραύματα στον λαιμό και αίματα, αλλά είχε κανονικά τις αισθήσεις του».
«Μετά από μερικά λεπτά έφτασε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ όπου διαπίστωσε τον θάνατο της κοπέλας και παρέλαβε τον άνδρα, οποίος όπως διαπιστώσαμε ήταν ο δράστης, αυτός δηλαδή που μαχαίρωσε την κοπέλα. Το περιστατικό έγινε περίπου δύο μέτρα μπροστά από τη σκοπιά του τμήματος. Εκείνη την ώρα καθήκοντα σκοπού εκτελούσε ο αρχιφύλακας Μ.Ι. Τα στοιχεία ταυτότητας τόσο της κοπέλας που πέθανε όσο και του φίλου της που ήρθαν μαζί, αλλά και του δράστη δεν τα γνωρίζω».
Η κατάθεση του φρουρού
Στην κατάθεσή του ο αστυνομικός σκοπός Μ.Ι., ο οποίος είχε υπηρεσία από τις 22.00 έως τις 06.00 το πρωί της επομένης, ανέφερε ότι ένα δεκάλεπτο μετά τις 22.00 η νεαρή Κυριακή και ο φίλος της πήγαν στο αστυνομικό τμήμα. «Η γυναίκα μου ανέφερε ότι φοβάται κάποιο άτομο και τους παρέπεμψα στον αξιωματικό υπηρεσίας του αστυνομικού τμήματος, προκειμένου να επιληφθεί. Μετά από δέκα λεπτά περίπου κατέβηκαν και οι δύο, με χαιρέτησαν και απομακρύνθηκαν».
Μετά από λίγο, όπως συνεχίζει, «άκουσα τον άνδρα που συνόδευε τη γυναίκα να λέει: ‘‘Τη σπρώχνει’’. Αμέσως βγήκα από τη σκοπιά και αντίκρισα τη γυναίκα και έναν άλλον άνδρα να βρίσκεται κολλημένος στο σώμα της από πίσω, να περπατούν αργά πλησιάζοντας προς τη σκοπιά, χωρίς να βλέπω καθόλου τα χέρια του. Στη συνέχεια ο έτερος άνδρας απομακρύνθηκε λίγο από τη γυναίκα και τότε αντιλήφθηκα να κρατάει ένα μεγάλο μαχαίρι, να το τραβάει από την πλάτη της, η γυναίκα να πέφτει κάτω με το πρόσωπο και να βγάζει αίμα από το στόμα και από το σώμα της».
Στη συνέχεια ο 39χρονος έστρεψε το μαχαίρι εναντίον του και αυτοτραυματίστηκε. «Αστραπιαία, ο άνδρας αυτός με το μαχαίρι που κρατούσε, το έστρεψε στον εαυτό του, αυτοτραυματίστηκε στον λαιμό και αιμορραγούσε. Κρατούσε ακόμα το μαχαίρι, αλλά με το πόδι μου το κλώτσησα μακριά για να προστατεύσω όσους ήταν δίπλα μου, καθώς και τον εαυτό μου».
Αμέσως μετά, αστυνομικοί συνάδελφοί του που ήταν στον πρώτο όροφο του αστυνομικού τμήματος κατέβηκαν κάτω: «Μετά από λίγο προσήλθε σταθμός του ΕΚΑΒ για την παροχή πρώτων βοηθειών, όπου διαπίστωσαν τον θάνατο της γυναίκας, ενώ μετέφεραν τον δράστη στο νοσοκομείο».
Ποιος απομάκρυνε τελικά το μαχαίρι του φόνου; Οι καταθέσεις του σκοπού και της αξιωματικού υπηρεσίας δεν συμπίπτουν. Από την κατάθεση της αξιωματικού υπηρεσίας προκύπτει ότι ο σκοπός δεν είχε αφοπλίσει τον δολοφόνο αμέσως μετά το έγκλημα. Αντίθετα, οι αστυνομικοί άργησαν να καταλάβουν ποιος είναι ο δράστης. Τον κοιτούσαν να κάθεται σε ένα πεζούλι χωρίς να έχουν αντιληφθεί ότι ακόμη κρατούσε το μαχαίρι, όπως υποστήριξαν.