Μακελειό στο Πέραμα: Αντιδράσεις προκαλεί η συμπληρωματική κατάθεση του οδηγού του λεωφορείου ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυρας του αιματηρού περιστατικού το οποίο κατέληξε στον θάνατο του 18χρονου Νίκου Σαμπάνη και στον σοβαρό τραυματισμό ενός 16χρονου.
Ρεπορτάζ: Νίκος Νικολετάκης
Ο 40χρονος Δ.Χ. στη νέα του αυτή κατάθεση αναφέρει μεταξύ άλλων ότι το μοιραίο Ι.Χ. που γαζώθηκε από τους αστυνομικούς οδηγούσε ο 18χρονος που έπεσε νεκρός: “Εγώ δεν είδα ποιος διέφυγε από το αυτοκίνητο διότι το λεωφορείο βρισκόταν υπό γωνία και δεν είχα οπτική επαφή. Πριν τους πυροβολισμούς, είδα τον οδηγό που περιγράφω στην κατάθεσή μου ο οποίος ήταν εμφανώς αξύριστος, ήταν το πρόσωπο που πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε.
Ο οδηγός και ο συνοδηγός φορούσαν μέσα στο αυτοκίνητο φούτερ με κουκούλες ενώ δεν μπόρεσα να διακρίνω τι φορούσε το άτομο που καθόταν στο πίσω κάθισμα. Οι επιβαίνοντες του αυτοκινήτου δεν σήκωσαν σε καμία περίπτωση τα χέρια τους ψηλά.Το συγκεκριμένο όχημα παρόλο που έριξε τις πρώτες 2 μηχανές θα μπορούσε να διαφύγει από την οδό Καλύμνου ή από την οδό των Αγ. Πάντων”.
Το περιεχόμενο της κατάθεσης προκάλεσε την αντίδραση από άτομα που βρίσκονται κοντά στις οικογένειες τόσο του νεκρού, όσο και των άλλων δύο επιβαινόντων. Πηγές αναφέρουν στο dikastikoreportaz.gr : “Ο οδηγός του λεωφορείου αναφέρει ότι το όχημα οδηγούσε το πρόσωπο που πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε που ήταν εμφανώς αξύριστο. Δύο φορές τα αποτυπώματα απέδειξαν ότι οδηγός ήταν ο νεαρός Ε. Ζ.”. Ο νεαρός ρομά διέφυγε αρχικά και παραδόθηκε στη συνέχεια στις αρχές όπως είχε αποκαλύψει το dikastikoreportaz.gr.
(Οι βολές έπεσαν από δεξιά γι’ αυτό σκοτώθηκε ο συνοδηγός και τραυματίστηκε ο πίσω από αυτόν). Καταγράφουν ακόμα τις ενστάσεις τους όσον αφορά την περιγραφή που έδωσε ο συγκεκριμένος μάρτυρας ότι “ο οδηγός και συνοδηγός του Ι.Χ. φορούσαν φούτερ με κουκούλες . Αυτό ισχυρίστηκαν και οι αστυνομικοί, ότι δηλαδή δεν μπόρεσαν κατά την καταδίωξη να διακρίνουν αν ήταν νεαροί, ρομά γιατί φορούσαν κουκούλες.”
Η κάμερα δεν κατέγραψε τίποτα
Η συγκεκριμένη κάμερα ,όπως είπε ο οδηγός ενεργοποιείται με την κίνηση και απενεργοποιείται με την ακινητοποίηση του λεωφορείου. Στην κατάθεση του αναφέρει ότι το μοιραίο βράδυ η κάμερα κατέγραψε μόνο το ξεκίνημα του δρομολογίου και σταμάτησε γιατί είχε γεμίσει η κάρτα: “Η κάμερα που υπήρχε στο λεωφορείο την είχα αγοράσει δύο ημέρες πριν το περιστατικό για προσωπική μου χρήση και ασφάλεια σε περίπτωση που συμβεί κάτι την ημέρα εκείνη ενεργοποίησα την κάμερα όταν ανέλαβα βάρδια στις 16.55 μ.μ. Η συγκεκριμένη κάμερα ενεργοποιείται με την κίνηση και απενεργοποιείται όταν το λεωφορείο ακινητοποιηθεί ή δεν καταγράψει κάποια κίνηση. Το προηγούμενο βράδυ η κάμερα δεν είχε καταγράψει τα δύο τελευταία δρομολόγια διότι δεν την είχα ρυθμίσει σωστά. Εκείνο το βράδυ κατέγραψε μόνο το ξεκίνημα του δρομολογίου και σταμάτησε γιατί είχε γεμίσει η κάρτα. Σε κάθε της περίπτωση ακόμα και αν λειτουργούσε εκείνη την ώρα θα κατέγραφε μόνο την συνάντηση του λεωφορείου με το συγκεκριμένο όχημα γιατί μετά το λεωφορείο βρέθηκε σε διαφορετική γωνία από το περιστατικό.”
Ο Γιώργος Καραθανάσης , ειδικός πραγματογνώμονας στις κάμερες και στην εξέταση βίντεο ,μιλώντας στο dikastikoreportaz.gr μας είπε ότι υπάρχουν όντως κάμερες οι οποίες ενεργοποιούνται και απενεργοποιούνται με την κίνηση. Θεωρεί παράξενο αλλά όχι απίθανο το ότι γέμισε η κάρτα μνήμης τόσο γρήγορα ώστε να μην καταγράψει καν το περιστατικό ,έστω και τη στιγμή που το κινούμενο λεωφορείο βρέθηκε μπροστά στο κλεμμένο Hyundai.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Χανιά: Ανατριχιαστική η κατάθεση του 19χρονου ΑμΕΑ για την σεξουαλική του κακοποίηση
Oι άγνωστες στιγµές από το µακελειό στο Πέραµα – Οι αδημοσίευτες απολογίες των αστυνομικών και του 14χρονου Ρομά
H κατάθεση του αστυνόμου – εκπαιδευτή
Ο πιστοποιημένος εκπαιδευτής της ομάδας ΔΙΑΣ από το 2018 στην κατάθεση που έδωσε στην ανακρίτρια Χρυσούλα Γκοτοβού έδωσε πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευση των αστυνομικών σε τέτοιες καταστάσεις: “Η καταδίωξη τελειώνει, όταν για οποιοδήποτε λόγο ακινητοποιηθεί το καταδιωκόμενο όχημα. Εκεί περνάμε σταν έλεγχο υψηλού κινδύνου που σημαίνει έλεγχος με αυξημένα μέτρα προστασίας δηλαδή οι αστυνομικών εκπαιδεύονται να απομακρύνονται όσο το δυνατό πιο γρήγορα από τις μηχανές τους. Οι μηχανές ακινητοποιούνται με το stand.
Οι αστυνομικοί εκπαιδεύονται να μην ρίχνουν τις μηχανές στο έδαφος διότι σε τέτοια περίπτωση υπάρχει κίνδυνος για την σωματική τους ακεραιότητα. Αν ο χώρος το επιτρέπει οι αστυνομικοί παίρνουν θέσεις κάλυψης και σε καμιά περίπτωση δεν πλησιάζουν το ακινητοποιημένο όχημα. Καλούν τους υπόπτους να κατέβουν από το όχημα και να έρθουν προς αυτούς. Σε περίπτωση που το όχημα κινηθεί αποκλειστικά εναντίον των αστυνομικών τότε οφείλουν να φύγουν από την νοητή του κατεύθυνση για να προφυλαχτούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος κάποιος αστυνομικός να εγκλωβιστεί ή να πέσει στο οδόστρωμα. Οι αστυνομικοί κάνουν χρήση του υπηρεσιακού όπλου τους όταν συντρέχει η περίπτωση του νόμου περί όπλων Ν. 3169/2003, όταν κρίνουν οι ίδιοι ότι είναι απαραίτητο κάτι τέτοια.
Με βάση των νόμων περί όπλων και την κλίμακα μέσων ἀσκησης ελέγχου η χρήση του όπλου πρέπει να γίνεται κλιμακωτά αν και εφόσον είναι εφικτό. Δηλαδή αέρα – πράγμα – άκρα (όταν δεν πλήττονται ζωτικά όργανα) και τελικά πυρά εξουδετέρωσης. Όσο αφορά τον πυροβολισμό στα λάστιχα δεν αποτελεί μέσο ακινητοποίησης του αυτοκινήτου παρά μόνο μέσο εκφοβισμού του οδηγού του οχήματος έτσι ώστε εκείνος να φοβηθεί και να σταματήσει το όχημα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τόσο στρεσογόνες ένας άνθρωπος και ένας αστυνομικός έχει τρεις αντιδράσεις. Η μία είναι να παγώσει, η άλλη είναι να τρέξει και η τρίτη είναι να αμυνθεί”.