Την 6-11-2020 δημοσιεύθηκε ο ν. 4745/2020, στο πρώτο μέρος του οποίου περιλαμβάνονται «Ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων του ν. 3869/2010 (υπερχρεωμένα νοικοκυριά)». Η δημοσιοποίηση του σχεδίου νόμου, το θέρος του τρέχοντος έτους, είχε προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις, διότι εμπεριείχε πολλές αντισυνταγματικές διατάξεις. Ο αρμόδιος Υπουργός Δικαιοσύνης, πριν την κατάθεση του εν λόγω νομοσχεδίου στη Βουλή και αφού είχαν επέλθει διορθώσεις και μεταβολές ως προς τις αντισυνταγματικές διατάξεις του, που Δικαστικοί Λειτουργοί και Δικηγόροι είχαμε επισημάνει, διαβίβασε, με το υπ’ αριθμ. 38146οικ./20-08-2020 έγγραφό του, αίτημα προς την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, προκειμένου να γνωμοδοτήσει για το υπό κατάθεση νομοσχέδιο. Η Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. 36/2020 απόφασή της επί λέξει «γνωμοδοτεί ομόφωνα ότι είναι σκόπιμες και συνταγματικά επιτρεπτές η υπό νομοθέτηση ρυθμίσεις με το άρθρο ένα του σχεδίου νόμου για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων του νόμου 3869/2010 σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 6 παράγραφος 1 ΕΣΔΑ ως προς την εύλογη διάρκεια της πολιτικής δίκης, αφού ληφθούν υπόψη οι επισημάνσεις που διατυπώθηκαν στην εισήγηση και ειδικότερα η αναγκαιότητα κάλυψης των υπαρχουσών κενών οργανικών θέσεων ειρηνοδικών προς αποφυγή υπερχρέωσης των υπηρετούντων δικαστών». Η εισήγηση στην Ολομέλεια του Α.Π. για το άνω θέμα με σαφή τρόπο επισημαίνει: α) ότι ο ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων επέφερε ιδιαίτερη επιβάρυνση στο δικαστικό έργο των Ειρηνοδικών και β) ότι ο μεγάλος αριθμός των υποθέσεων που κατατέθηκαν (ανεξαρτήτως της ύπαρξης και άλλων αιτίων) προκάλεσαν την υπερφόρτωση των Ειρηνοδικείων. Ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε, η Ολομέλεια του Α.Π., ενώ γνωμοδοτεί υπέρ της συνταγματικότητας των διατάξεων του σχεδίου νόμου (και ήδη νόμου), συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων «της ταχείας εκκαθάρισης των πινακίων, εντός έξι μηνών, μέσω της υποχρεωτικής για τους ενδιαφερόμενους υποβολής αίτησης επαναπροσδιορισμού της συζήτησης αποκλειστικά με τη χρήση ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους» και «της κάμψης της υποχρεωτικής προφορικότητας με την καθιέρωση της κατ’ εξαίρεση διαδικασίας εμμάρτυρης απόδειξης» (που θα έχει σαν συνέπεια ομοειδείς υποθέσεις να εκδικασθούν υπό δύο διαφορετικά καθεστώτα – παλαιό με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και νέο κατά το δικονομικό πρότυπο της τακτικής διαδικασίας του ν. 4335/2015), θέτει ως κριτήριο επιτυχίας της σχετικής ρύθμισης την αναγκαιότητα κάλυψης των υπαρχουσών κενών οργανικών θέσεων ειρηνοδικών προς αποφυγή υπερχρέωσης των υπηρετούντων δικαστών. Στο συμπέρασμα, όμως, της εισήγησης αναφέρεται και άλλη προϋπόθεση επιτυχίας, και μάλιστα σημαντικότερη, καθότι αναγράφεται, επίσης, επί λέξει: «Η επιτυχία της σχετικής ρύθμισης, ωστόσο, εξαρτάται από την αναλογία των εκκρεμών αιτήσεων, που θα επαναπροσδιορισθούν και θα συζητηθούν σε κάθε Ειρηνοδικείο, σε σχέση με τον αριθμό των υπηρετούντων Ειρηνοδικών, η οποία θα πρέπει να είναι αντίστοιχη του προβλεπόμενου από τον κανονισμό του δικαστηρίου αριθμού υποθέσεων». Συνεπώς, τίθεται το ζήτημα της τήρησης των Κανονισμών Λειτουργίας έκαστου Ειρηνοδικείου, δίχως να εξειδικεύεται ειδικότερα. Σύμφωνα δε με το άρθρο 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών οι Κανονισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας των Δικαστηρίων ορίζουν, μεταξύ των άλλων, και τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων καθεμιάς δικασίμου. Με σαφήνεια δε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου γνωμοδοτεί υπέρ της απαρέγκλιτης τήρησης των Κανονισμών των Ειρηνοδικείων, όσον αφορά τον αριθμό των προσδιοριζομένων υποθέσεων, γεγονός που καθιστά αδύνατη την εφαρμογή του άνω νόμου, υπό τις ισχύουσες συνθήκες.
Η Ομάδας Εργασίας που συνεστήθη στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Δεκέμβριο του έτους 2019, με σκοπό τη σύνταξη προτάσεων προς επίλυση του προβλήματος της συσσώρευσης εκκρεμών υποθέσεων υπερχρεωμένων νοικοκυριών, προσδιορίζει τις υποθέσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άνω νόμου σε 37.000 – 40.000 ενώ οι συνάδελφοι Ειρηνοδίκες ισχυρίζονται, τεκμηριωμένα, ότι ανέρχονται σε 70.000. Έχει γίνει δε κατανοητό απ’ όλους τους θεσμικούς παράγοντες, ότι η εκδίκαση αυτού του μεγάλου αριθμού υποθέσεων και παρά τον προγραμματισμό κάλυψης των κενών οργανικών θέσεων Ειρηνοδικών, συνεπάγεται την παραβίαση των Κανονισμών των Ειρηνοδικείων και συνεπώς και του Αυτοδιοίκητου των Δικαστηρίων. Στη συνάντηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων με τον αρμόδιο Υπουργό Δικαιοσύνης ενημερωθήκαμε ότι το πρόβλημα «έχει συμφωνηθεί» (με ποίους άραγε;) να αντιμετωπισθεί με αποσπάσεις Ειρηνοδικών (από Ειρηνοδικεία δίχως εκκρεμείς υποθέσεις του ν. 3869/2010) και Πταισματοδικών στα επιβαρυμένα Ειρηνοδικεία. Στη λύση αυτή η υπογράφουσα το παρόν, ως μέλος του Δ.Σ. της Εν.Δ.Ε. καθώς και τα μέλη του Δ.Σ., Ειρηνοδίκες Νικήτας Βελίας και Μάνος Φωτάκης διαφωνήσαμε, διότι, πλην της υπηρεσιακής ανασφάλειας που δημιουργεί στους συναδέλφους Ειρηνοδίκες – Πταισματοδίκες το μέτρο αυτό των αποσπάσεων, οι μεν πρώτοι (Ειρηνοδίκες) θα επιβαρυνθούν και πάλι υπέρμετρα, δεδομένου ότι πρόσφατα ψηφίσθηκε ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας, σύμφωνα με τον οποίο η αρμοδιότητα μεγάλου αριθμού πτωχευτικών υποθέσεων (περίπου 90%) μεταφέρεται, από 1-1-2021, από τα Πρωτοδικεία στα Ειρηνοδικεία, οι δε δεύτεροι (Πταισματοδίκες) φέρουν το βαρύ έργο της προανάκρισης και της προκαταρκτικής εξέτασης (άρθρο 31 ΚΠοινΔ).
Η προθεσμία επαναπροσδιορισμού των σχετικών αιτήσεων, και μάλιστα επί ποινή απαραδέκτου, ξεκινά σε μόλις μία εβδομάδα (1-12-2020) και μάλιστα εν μέσω πανδημίας. Οι επισημάνσεις δε της άνω απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου δεν έχουν ληφθεί υπόψη από το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης και συνεπώς είναι ευνόητο να γεννάται ζήτημα εφαρμογής του νόμου ή αντίθετα αναστολής ισχύος αυτού.
Σ’ ένα Κράτος Δικαίου η Δικαιοσύνη πρέπει να απονέμεται σε εύλογο χρόνο. Ο πολίτης, όμως, έχει ανάγκη όχι μόνο την ταχεία αλλά και τη δίκαιη δίκη, ώστε ν’ απολαμβάνει, πραγματικά, αποτελεσματική δικαστική προστασία. Ο σκοπός του νόμου που είναι η «αποσυμφόρηση» των Ειρηνοδικείων της χώρας από τις υποθέσεις των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, λόγω διεθνών δεσμεύσεων της χώρας για ολοκλήρωση των διαδικασιών εντός του έτους 2021 (βλ. την σχετική από 2-10-2020 ανακοίνωση του Προεδρείου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγελέων), θα οδηγήσει σε «συμφόρηση» στις οικίες των Ειρηνοδικών και κατ’ επέκταση η ταχεία εκκαθάριση θα πλήξει την αρχή της Δίκαιης Δίκης. Όσον αφορά δε τους δανειολήπτες αναφέρεται, ότι με τον άνω νόμο επιχειρείται να οριστικοποιηθεί το προσωρινό δίχτυ προστασίας που παρέχει ο νόμος 3869/2010 σε όλους όσοι το δικαιούνται. Ο σκοπός αυτός, όμως, του νόμου, είναι βέβαιο ότι δεν θα επιτευχθεί, όχι μόνο για το λόγο ότι ο (αδύναμος) οφειλέτης, καθίσταται αποκλειστικά υπεύθυνος για τον επαναπροσδιορισμό της συζήτησης της αίτησής του εντός συγκεκριμένης προθεσμίας αλλά και παράλληλα διότι καλείται να προσκομίσει σωρεία αποδεικτικών και διαδικαστικών εγγράφων (άρθρο 4Η ν. 4745/2020), των οποίων η κτήση καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής λόγω της μεγάλης εξάπλωσης του covid -19.
Οι διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας για ολοκλήρωση των διαδικασιών εντός του έτους 2021, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποβούν σε βάρος των αρχών του Κράτους Δικαίου, της ασφάλειας Δικαίου, της αρχής της Δίκαιης Δίκης και φυσικά των αρχών του Κοινωνικού Κράτους.
Άρθρο της Μαργαρίτας Στενιώτη, Εφέτη, πρώην Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και νυν μέλους του Δ.Σ.