Βασικά στοιχεία της δικογραφίας που αφορά την εκτέλεση της 37χρονης συζύγου του Ντίμη Κορφιάτη πέρυσι τον Ιούνιο στη Ζάκυνθο αποκαλύπτει η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ». Στο διαβιβαστικό της Υποδιεύθυνσης Εγκλημάτων κατά Ζωής της Ασφάλειας Αττικής προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ζακύνθου παρουσιάζονται τα κομμάτια του παζλ, τα οποία, σύμφωνα με τους αστυνομικούς, έχουν βοηθήσει στην εξιχνίαση της δολοφονίας.
Του NIKOY ΝΙΚΟΛΕΤΑΚΗ
Η κατάθεση που «έδεσε» την υπόθεση για τη δολοφονία της Χριστίνας Κλουτσινιώτη. Ο γόνος εφοπλιστικής οικογένειας που καταζητείται – Οι καυτοί διάλογοι των εκτελεστών – Η µήνυση του Ντίµη Κορφιάτη για τους φονιάδες της συζύγου του πέντε µήνες πριν τον γαζώσουν µε 19 σφαίρες
Η κατάθεση του ανθρώπου που είχε αναλάβει τον ρόλο του «οδηγού» για τους κατηγορούμενους ως εκτελεστές της δολοφονίας της Χριστίνας Κλουτσινιώτη στη Ζάκυνθο «έδεσε» την υπόθεση. Ο μάρτυρας «κλειδί» εμφανίστηκε στα γραφεία του Ανθρωποκτονιών, στις 2 Ιουνίου. Όπως υποστήριξε συναντήθηκε με τους δύο φερόμενους ως εκτελεστές στις 8 Ιουνίου 2020 στο Χαλάνδρι και όλοι μαζί πήγαν στον Πύργο για μία μέρα. Στην κατάθεσή του αναφέρει πως εκείνος ήταν ο οδηγός, ενώ οι δράστες της δολοφονίας της 37χρονης κάθονταν στα πίσω καθίσματα. Όταν έφτασαν στην Ηλεία και πήγαν στην αποθήκη, εκεί όπου ήταν κρυμμένο το φουσκωτό που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο μεταφοράς από και προς την περιοχή της δολοφονίας, συναντήθηκαν με δύο άλλους κατηγορούμενους. Σκάφος το οποίο ανήκει στον εφοπλιστή Μ.Λ., γόνο πασίγνωστης εφοπλιστικής οικογενείας.
Σε εκείνη τη συνάντηση μάλιστα ο ένας από τους δύο φερόμενους ως φυσικούς αυτουργούς της δολοφονίας έβγαλε ένα πιστόλι και απείλησε έναν από τους συνεργούς του, καθώς δεν είχε φέρει τρακτέρ για να ρίξουν το σκάφος στη θάλασσα. Το πρόβλημα τελικά έλυσε συγγενής του ιδιοκτήτη της αποθήκης, που πήγε με ένα φορτηγό και μετέφεραν το σκάφος στο λιμάνι στη Σκαφιδιά Ηλείας.
Ο μάρτυρας, σε άλλο σημείο της κατάθεσής του, ανέφερε πως του είπαν να είναι σε αναμονή στις 9 Ιουνίου 2020, ημέρα της δολοφονίας, για να πάει στο ίδιο σημείο να τους παραλάβει. Αφού τελικά επέστρεψαν στην Αθήνα, σε συνάντηση που είχε λίγα 24ωρα μετά με τον έναν από τους δύο φυσικούς αυτουργούς, του είπε να μην αναφέρει τίποτα για όσα έγιναν, γιατί ο συνεργός του θα τον σκότωνε καθώς «δεν χαρίζει».
Αίσθηση προκαλεί ο διάλογος των δύο εκτελεστών μετά τη δολοφονία της Χριστίνας Κλουτσινιώτη. Οι δύο άνδρες τα έριχναν ο ένας στον άλλον για το «λάθος», ενώ αποκάλυψαν ότι μέσα στα σχέδιά τους ήταν να σκοτώσουν τον Ντίμη Κορφιάτη μέσα στο νοσοκομείο!
«∆ιάλογοι»
38χρονος: «Μόνο την π@@@@να σκότωσες».
39χρονος: «Ναι, μ…α, ας μην έπεφτες εσύ με τη μηχανή και θα τον βρίσκαμε μόνο του.
Έχεις ιδέα από 45άρι πώς τρυπάει; Επειδή έχεις, μη μιλάς. Τον πέτυχα σίγουρα, δεν θα γλιτώσει».
Τότε ο 38χρονος είπε πως πρέπει να πάνε στο νοσοκομείο, για να «το τελειώσουν» αν ήταν ακόμα ζωντανός.
Στη συνομιλία μάλιστα γίνεται λόγος και για τον ηθικό αυτουργό που θεωρείται ο απότακτος αστυνομικός. Ο 38χρονος είπε μεταξύ άλλων: «Στον π…η τον μπάτσο να δω τι θα πούμε. Εγώ θα πω ότι έφταιγες εσύ».
Λίγο αργότερα σταμάτησαν και πέταξαν ρούχα και κινητά.
Μάλιστα, ο Σ. βιαζόταν να σταματήσουν για να σπάσει και να πετάξει το κινητό του, όπως έλεγε.
Κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα, ο Σ. ανέφερε στον Π. (μάρτυρα) ότι η μηχανή που χρησιμοποίησαν για την τέλεση του εγκλήματος δεν θα βρισκόταν ποτέ γιατί θα την έκαναν κομμάτια. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, από τις συζητήσεις του Σ. με τη φίλη του φαινόταν ότι και εκείνη γνώριζε για τη δολοφονία.
«Άλλοθι»
Πριν φύγουν από την Αθήνα, ο ένας από τους δύο φερόμενους ως φυσικούς αυτουργούς άφησε σε σπίτι στα βόρεια προάστια το κινητό του τηλέφωνο.
Μετά τη δολοφονία ζήτησε από τον οδηγό του αυτοκινήτου να πει σε μία φίλη του να τον καλέσει σε ένα νούμερο, από το κινητό του τηλέφωνο. Της είπαν να τοποθετήσει το κινητό της κοντά στη συσκευή του φερόμενου ως εκτελεστή και μίλησε ο ίδιος στον συνομιλητή.
Με τον τρόπο αυτόν ακουγόταν η φωνή του Π. από το κινητό του και φαινόταν σαν να καλεί ο ίδιος από την Αθήνα. Ο Π. είπε στον άγνωστο συνομιλητή ότι ήταν στην Αθήνα και ότι σε καμιά ώρα θα πήγαινε στο Λουτράκι.
Όταν έφτασαν στην Αθήνα, ο δεύτερος φυσικός αυτουργός ζήτησε να τον αφήσουν στη Λ. Αθηνών και με ταξί πήγε στο κέντρο της Αθήνας ώστε να καταθέσει 50 ευρώ στη σύντροφό του για να φανεί ότι εκείνη τη μέρα δεν ήταν στη Ζάκυνθο.
Μετά από δύο μέρες ο μάρτυρας «κλειδί» συναντήθηκε με τον συλληφθέντα, ο οποίος του είπε να μην αναφέρει τίποτα για όσα έγιναν, γιατί ο Σ. θα τον σκότωνε και ότι «δεν χαρίζει», όπως του είτε χαρακτηριστικά.
Έκτοτε, ο μάρτυρας διέκοψε κάθε επαφή με τους δύο κατηγορούμενους. Η μαρτυρία του επιβεβαιώνεται, σύμφωνα με την Αστυνομία, από κάμερες ασφαλείας και στοιχεία που προέκυψαν από την άρση απορρήτου. Ο μάρτυρας ταξίδεψε μαζί με τους δύο που κατονόμασε ως δράστες με πλοίο από Κυλλήνη προς Ζάκυνθο και αντίστροφα (αυθημερόν), χρησιμοποιώντας το ΙΧ του εφοπλιστή.
Ο εφοπλιστής
Γόνος πασίγνωστης εφοπλιστικής οικογένειας με βασική έδρα το Μονακό είναι ο Μ.Λ., για τον οποίον οι αστυνομικοί θεωρούν ότι γνώριζε για το σχέδιο δολοφονίας, το οποίο εξετέλεσε, πάντα σύμφωνα με τις Αρχές, στενός του συνεργάτης, καθώς και ότι διέθεσε το φουσκωτό του σκάφος το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά των εκτελεστών στην περιοχή που έγινε η δολοφονία.
Ο Μ.Λ. είχε μιλήσει με την Αστυνομία και κατά τη διάρκεια των ερευνών για την εκτέλεση της Χριστίνας Κλουτσινιώτη. Ο εφοπλιστής είχε πει τότε ότι το σκάφος βρέθηκε στη Ζάκυνθο καθώς σκόπευε να το πουλήσει.
Είπε μάλιστα ότι στις 7 Ιουνίου πήγε μέχρι την Κυλλήνη με το RANGE ROVER της μητέρας του. Εκεί παρέλαβε το φουσκωτό σκάφος, ιδιοκτησίας του, το οποίο μεταφέρθηκε την ίδια μέρα με γερανοφόρο όχημα από τον χώρο στάθμευσης σκαφών όπου φυλασσόταν, με μέριμνα του Α.Π. (α’ κατηγορουμένου), ο οποίος εργάζεται για τον ίδιο και την εταιρεία του. Ο εφοπλιστής πήγε με αυτό στο Βασιλικό Ζακύνθου, όπου συναντήθηκε με τον Ν.Κ. που παρουσιαζόταν ως υποψήφιος αγοραστής του φουσκωτού.
Η κατάθεση του εφοπλιστή καταρρίπτεται σύμφωνα με τις Αρχές, καθώς στις 7 Ιουνίου που ισχυρίστηκε ότι μετέβη αυτοπροσώπως στη Ζάκυνθο, όλη τη διάρκεια της ημέρας το κινητό του εξυπηρετήθηκε αποκλειστικά από κεραίες του Νομού Αττικής, ενώ το ΙΧ δεν καταγράφηκε από κάμερες στη διαδρομή. Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι ο εφοπλιστής ουδέποτε μετέβη στη Ζάκυνθο.
Εξεταζόμενος ο ιδιοκτήτης του χώρου στάθμευσης σκαφών στο Μοσχάτο ανέφερε ότι στις 4 Ιουνίου παρέδωσε το σκάφος του εφοπλιστή στον συνεργάτη του Α.Π. και σε έναν ακόμα άνδρα, μετρίου αναστήματος.
Ο Κορφιάτης
Ο ∆ιονύσης Κορφιάτης, που δολοφονήθηκε στις 7 του περασμένου Μαΐου όταν δύο άτομα τον γάζωσαν με 19 σφαίρες με ένα καλάσνικοφ, είχε υποβάλει μήνυση τον περασμένο ∆εκέμβριο κατά των ατόμων που συνελήφθησαν και τους κατηγορούσε ευθέως για τη δολοφονία της συζύγου του. Στη μήνυση αυτή που αποκαλύπτει σήμερα η «Μ» κατονομάζει ως δράστη της δολοφονίας τον Α.Π. λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του. «Ως φυσικό αυτουργό-δράστη της δολοφονίας της συζύγου μου και της απόπειρας ανθρωποκτονίας σε βάρος μου, αναγνώρισα πέραν πάσης αμφιβολίας, από φωτογραφίες των δραστών, προερχόμενες από κάμερες της περιοχής, επιδειχθείσες σε εμένα από την Αστυνομία, τον Α.Π. Η αναμφίβολη αναγνώριση του ως άνω ατόμου οφείλεται στον ιδιαίτερο σωματότυπό του και στη χαρακτηριστική στάση που χρησιμοποιεί όταν κάθεται στη μοτοσικλέτα του…».
Στη μήνυσή του ο Κορφιάτης είχε κατονομάσει οκτώ άτομα. Ειδικότερα, όπως ανέφερε, από το 2016 βρισκόταν σε συνεχείς δικαστικές διαμάχες με ορισμένους από τους κατηγορούμενους. Οι εν λόγω διαμάχες σχετίζονται τόσο με ποινικές υποθέσεις, στις οποίες ο ίδιος παρέστη ως μάρτυρας κατηγορίας εναντίον τους, όσο και σε αστικές υποθέσεις που αφορούν αγωγές κάποιων εξ αυτών σε βάρος του επιχειρηματία για τη διεκδίκηση χρηματικών αποζημιώσεων.
Η μία ποινική υπόθεση αφορά μάλιστα τη ληστεία σε βάρος του νυν δημάρχου Ζακύνθου, Νικήτα Αρετάκη, για την οποία καταδικάστηκε πρωτόδικα σε ποινή κάθειρξης, ως ηθικός αυτουργός, ο ∆.Α., απότακτος αστυνομικός, πρώην υποδιοικητής της Ασφάλειας Ζακύνθου. Ο Κορφιάτης κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ως βασικός μάρτυρας κατηγορίας σε βάρος του.
Η δολοφονία
Στις 14:45 ώρα της 9ης Ιουνίου 2020, στην περιοχή «Άγιος Σώστης» ενώ ο Κορφιάτης και η σύζυγός του επέστρεφαν στην οικία τους από τη Χώρα της Ζακύνθου, επιβαίνοντας σε δίκυκλο δέχθηκαν επίθεση με πυροβόλο όπλο από δύο δράστες, οι οποίοι επέβαιναν σε μοτοσικλέτα ΥAMAHA. Αποτέλεσμα ήταν να βρει τον θάνατο η άτυχη μητέρα και να τραυματιστεί σοβαρά ο σύζυγός της.
Οι Αρχές εκτιμούν ότι οι δράστες κινούνταν σε διάφορες περιοχές της Ζακύνθου στην προσπάθειά τους να εντοπίσουν το ζεύγος, ενώ η φίλη του ενός κατηγορείται ότι έδινε το «στίγμα τους».
Ανάκληση ζητά ο Αλέξης Κούγιας
Την ανάκληση του εντάλµατος σύλληψης που εξέδωσε η ανακρίτρια Ζακύνθου για τον εφοπλιστή ζητά ο συνήγορός του, Αλέξης Κούγιας.
Όπως αναφέρει, το ένταλµα σύλληψης που αφορά τη δολοφονία της συζύγου του επιχειρηµατία ∆ιονύσιου Κορφιάτη εκδόθηκε «λόγω παραπλανήσεως της ανακρίτριας από το Τµήµα Προστασίας Εγκληµάτων κατά της Ζωής της ΕΛ.ΑΣ.». Επισηµαίνει µάλιστα ότι «δεν συντρέχει καµία από τις προϋποθέσεις που προβλέπει η νοµοθεσία για την έκδοση εντάλµατος, αφού ο κ. Μ.Λ. ούτε ύποπτος φυγής είναι ούτε υπάρχει κίνδυνος να διαπράξει κάποιο έγκληµα, και το κυριότερο απ’ όλα είναι παντελώς άσχετος µε την υπόθεση, αφού δεν γνωρίζει ούτε ένα πρόσωπο είτε από τα θύµατα είτε από τους φερόµενους ως δράστες και η εµπλοκή του στην υπόθεση έγινε από αυθαίρετα συµπεράσµατα της ΕΛ.ΑΣ., λόγω του ότι ένας υπάλληλός του εµπλέκεται κατά την ΕΛ.ΑΣ. στην υπόθεση της Ζακύνθου και χρησιµοποίησε κατά την ΕΛ.ΑΣ. ένα φουσκωτό σκάφος ιδιοκτησίας του Μ.Λ., το οποίο ήταν παρκαρισµένο σε πάρκινγκ σκαφών στον Ταύρο Αττικής και µάλιστα ήταν εκτεθειµένο προς πώληση, για να µεταβεί κατά το σενάριο της ΕΛ.ΑΣ. µε αυτό στη Ζάκυνθο µαζί µε τον συγκατηγορούµενό του και να εκτελέσουν το σχέδιό τους».
Όπως είπε στην «Μ» ο κ. Κούγιας: «Αυτή η υπόθεση είναι µία από τις µεγαλύτερες αστυνοµικές φούσκες στην ιστορία της διώξεως του εγκλήµατος στην Ελλάδα. Όλη η υπόθεση βασίζεται σε έναν κατασκευασµένο µάρτυρα από την Αστυνοµία, ο οποίος είναι γνωστός έµπορος ναρκωτικών και έναν χρόνο µετά το έγκληµα θυµήθηκε να πάει αυτόκλητα στη ∆ίωξη Εγκληµάτων Κατά Ζωής. Από αυτήν την κατάθεση και µόνο βρίσκονται αυτοί οι άνθρωποι κατηγορούµενοι και όποιος έχει τη µέση λογική καταλαβαίνει τι θα γίνει στο δικαστήριο».
Με 10 εντάλµατα σύλληψης η αρχή του νήµατος
Σκάφος του Λιµενικού ταξιδεύει µέσα στη νύχτα για να µεταφέρει έναν από τους συλληφθέντες. Ελικόπτερο της Αστυνοµίας επιστρατεύεται για να πάρει στα χέρια του ο εισαγγελικός λειτουργός στη Ζάκυνθο πάνω από 2.000 σελίδες δικογραφίας. Αυστηρά µέτρα ασφαλείας για τη µεταγωγή των κατηγορουµένων στην Ευελπίδων. Καταζητούµενος ένας γόνος εφοπλιστικής οικογένειας, αλλά και µια γυναίκα «σκιά» της 37χρονης που έπεσε νεκρή από ένα 45άρι πριν από έναν χρόνο στο «φιόρο του Λεβάντε». Εκτελεστές µε φουσκωτό σκάφος και ένας µάρτυρας-κλειδί που «έδεσε» την έρευνα των διωκτικών Αρχών και «ξεκλείδωσε» την υπόθεση. Όλα αυτά δεν είναι στοιχεία σεναρίου κινηµατογραφικής ταινίας, αλλά ποιος µπορεί να διαφωνήσει ότι η µεταφορά τους στις αίθουσες δεν θα ήταν εχέγγυο για µια εισπρακτική επιτυχία;
Ζήτηµα τιµής
Τα 10 εντάλµατα σύλληψης που εκδόθηκαν για τη δολοφονία της 37χρονης Χριστίνας Κλουτσινιώτη (στις 9 Ιουνίου 2020 στη Ζάκυνθο) φαίνεται ότι είναι το «δέκα το καλό» για αρκετούς από την ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, της Ελληνικής Αστυνοµίας και για αξιωµατικούς της Ασφάλειας Αττικής. Το κλίµα στον 10ο και τον 11ο όροφο του κτιρίου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας τις τελευταίες εβδοµάδες ήταν φορτισµένο και η πίεση για µια εξιχνίαση υπόθεσης που είχε τα χαρακτηριστικά του «οργανωµένου εγκλήµατος» ήταν µεγάλη. «Αν οι συνάδελφοι καταφέρουν να συνδέσουν τη δολοφονία της 37χρονης µε την εκτέλεση του Κορφιάτη, τότε πολλοί από αυτούς θα καθίσουν στις καρέκλες τους πιο άνετα», λέει στην «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» απόστρατος αξιωµατικός ο οποίος έχει περάσει πάνω από 20 χρόνια από κοµβικές Υπηρεσίες της Ασφάλειας Αττικής.
Η αρχή του νήµατος για την υπόθεση ήταν όσα περιέγραφε ο Ντίµης Κορφιάτης στη µήνυσή του και κατονόµαζε πρόσωπα και καταστάσεις τον περασµένο ∆εκέµβριο. «Ο 54χρονος έδινε πολλά στοιχεία, αλλά για εµάς το ζητούµενο ήταν να µπορέσουµε να τα αποδείξουµε µε αδιάσειστα στοιχεία, ώστε να συµπεριληφθούν στη δικογραφία που θα φτάσει µέχρι την ακροαµατική διαδικασία», έλεγε αξιωµατικός που συµµετείχε στην έρευνα. Πάντως δεν ήταν λίγες οι φωνές που έλεγαν ότι «η Αστυνοµία καθυστέρησε και ίσως δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή σε όσα κατήγγειλε ο επιχειρηµατίας, µε αποτέλεσµα να µην προλάβουν το κακό που περιέγραφε και το πλήρωσε µε τη ζωή του».
Από την πλευρά τους οι διωκτικές Αρχές υποστηρίζουν ότι «είχαµε κάνει από την πρώτη στιγµή όλες τις απαραίτητες ενέργειες. Στον Κορφιάτη, και η Ασφάλεια Ζακύνθου και η Ασφάλεια Αττικής είχαν ξεκαθαρίσει ότι αν ήθελε τη βοήθειά µας θα έπρεπε να τη ζητήσει. Προτίµησε να έχει προσωπική φύλαξη που όπως φάνηκε εκ του αποτελέσµατος δεν κατάφερε να τον προφυλάξει την ηµέρα που τον εκτέλεσαν».
Μηνύσεις
Αυτό πάντως που έγινε σαφές, ενώ έρχονταν στο φως της δηµοσιότητας όλο και περισσότερες πληροφορίες, ήταν το γεγονός ότι ένας µάρτυρας αποδείχτηκε κοµβικός για την εξιχνίαση της υπόθεσης. «Κρυβόταν για αρκετά µεγάλο χρονικό διάστηµα. Μετά τη δολοφονία Κορφιάτη ήρθε µόνος του γιατί φοβόταν για τη ζωή του. Ήταν ο άνθρωπος που είχε δει µε τα µάτια του όσα περιέγραφε ο Κορφιάτης στις µηνύσεις του και τις αναφορές του» λέει αξιωµατικός που γνωρίζει από πρώτο χέρι τα όσα κατέθεσε ο µάρτυρας.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί