Από τα «συγκρουόμενα» αυτοκινητάκια του λούνα παρκ, σε μια ξέφρενη καταδίωξη που είχε τραγική κατάληξη. Σκηνές που θα μπορούσαν να έχουν εκτυλιχτεί σε κάποιο κινηματογραφικό περιβάλλον του Χόλιγουντ και σίγουρα όχι στους δρόμους της Νίκαιας και του Περάματος.
Tου ΦΩΤΗ ΑΝ∆ΡΕΟΥ
Η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» φέρνει στη δημοσιότητα νέες λεπτομέρειες από την καταδίωξη που έγινε πριν από λίγες μέρες και κόστισε τη ζωή ενός ανθρώπου και «ταρακούνησε» για τα καλά τα κτίρια του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, της Γενικής Αστυνομικής ∆ιεύθυνσης Αττικής και οδήγησε στον «αποκεφαλισμό» του ∆ιοικητή της Άμεσης ∆ράσης.
∆εν έπεισε
Ο ανήλικος, ο οποίος το βράδυ της αιματηρής συμπλοκής είχε καταφέρει να διαφύγει, άφησε άφωνους εισαγγελέα και ανακριτή όταν ισχυρίστηκε ότι σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών (γεννήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2007 – σσ μετά από εξέταση DNA αποδείχθηκε ότι είναι 17 ετών) έχει… έγκυο γυναίκα και την ίδια μέρα είχε πάει με τους άλλους δύο επιβάτες του αυτοκινήτου στο… λούνα παρκ για να διασκεδάσουν, όπως θα έκανε και οποιοδήποτε άλλο παιδί στην ηλικία του. «Επειδή δεν είχαμε χρήματα να επιστρέψουμε, αποφασίσαμε να κλέψουμε ένα αυτοκίνητο. Σπάσαμε το πίσω δεξιά φινιστρίνι του αυτοκινήτου και με ένα κατσαβίδι που βρήκαμε μέσα σε αυτό το θέσαμε σε κίνηση. Γνωρίζαμε και οι τρεις να οδηγούμε, όμως οι άλλοι δυο είπαν να οδηγήσω εγώ». Πάντως, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του δεν έπεισε ανακριτή και εισαγγελέα, οι οποίοι μελετώντας το υλικό της δικογραφίας κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το τιμόνι κρατούσε ο τραυματισμένος θανάσιμα Ρομά.
Περιγράφει τη στιγμή που κατάλαβε ότι ο 16χρονος φίλος του ήταν τραυματισμένος, αλλά και πώς γλίτωσε λες και ήταν… αόρατος. «Πυροβόλησαν τη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου στις πόρτες. Πυροβόλησαν τρεις φορές και χτύπησαν τον φίλο μου. Εγώ είδα ότι ήταν τραυματισμένος γιατί γύρισα και τον είδα μέσα στα αίματα. Τότε μου είπε να φύγω. Κατόπιν λιποθύμησε». Στη συνέχεια, και ενώ οι αστυνομικοί είχαν ανοίξει και πάλι πυρ καθώς το αυτοκίνητο κινήθηκε προς το μέρος τους, περιέγραψε πώς κατάφερε να ξεφύγει ενώ οι σφαίρες «σφύριζαν» πάνω από το κεφάλι του. «Εγώ τότε άνοιξα την πόρτα μου και κρύφτηκα μπροστά στη ζάντα του τροχού κοντά στο φτερό. Μόλις οι αστυνομικοί σταμάτησαν να πυροβολούν, έτρεξα και ξέφυγα… Όταν έφυγα, δεν είδα τι ακριβώς έγινε. Στην προσπάθειά μου να ξεφύγω, ένας αστυνομικός με πυροβόλησε μία φορά, όμως δεν με πέτυχε αφού η σφαίρα βρήκε σε μια μάντρα».
Ο τραυματίας Ρομά, ο οποίος νοσηλεύτηκε σε σοβαρή κατάσταση λόγω των τραυμάτων του, περιέγραψε πώς οι αστυνομικοί τους καλούσαν να σταματήσουν. Παραδέχτηκε και ο ίδιος ότι έκλεψαν το αυτοκίνητο γιατί δεν είχαν άλλα χρήματα και ήθελαν να επιστρέψουν σπίτι τους με κάποιο όχημα και όχι π.χ. με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς ή με τα πόδια. «Κάναμε ελιγμούς και παραβιάζαμε τα φανάρια. Μια μηχανή ήρθε δίπλα μας και μας έλεγε ‘‘σταμάτα, σταμάτα’’. Μας είδαν. Περνάγαμε από σημεία που υπήρχαν φώτα. Στο ύψος του Σχιστού έπεσε μπροστά μας ένα αυτοκίνητο και μας έκοψε τον δρόμο. Υπέθεσα ότι ήταν της Ασφάλειας. Όταν φτάσαμε στο Πέραμα, μας ακολούθησαν 4-5 μηχανές που μας έλεγαν να σταματήσουμε. Εμείς δεν σταματήσαμε γιατί φοβηθήκαμε». Όσον αφορά για τον τραυματισμό του είπε ότι «οι αστυνομικοί με πυροβόλησαν. Πυροβόλησαν συνεχώς πάνω στο αμάξι. Εγώ έχασα τις αισθήσεις μου και δεν θυμάμαι αν το αυτοκίνητο χτύπησε και άλλες μηχανές. Είπα στον οδηγό να μην χτυπήσει τους αστυνομικούς και να μην κάνει καμία κίνηση».
«Θα με σκότωνε»
Η μαρτυρία ενός εκ των αστυνομικών που συμμετείχαν στην καταδίωξη του Περάματος και φέρνει στη δημοσιότητα η «ΜΠΑΜ» δείχνει ξεκάθαρα ότι στην οδό Ελπίδος ήταν λίγες οι… ελπίδες κάποιος να μην τραυματιστεί λόγω της «βροχής» από σφαίρες που έπεφταν. Ο ίδιος περιγράφει πώς γλίτωσε από το λευκό αυτοκίνητο όταν ο οδηγός του, στην προσπάθειά του να ξεφύγει, άρχισε να ρίχνει τη μια μοτοσικλέτα των αστυνομικών της ομάδας ∆Ι.ΑΣ. μετά την άλλη.
«Τον συνοδηγό μου τον είχα κατεβάσει λίγο πριν. Στη μηχανή ήμουν μόνος. Όταν έπεσα κάτω, σύρθηκα πρηνηδόν προκειμένου να βρω ένα σημείο να πάρω κάλυψη. Το αυτοκίνητο δεν σταμάτησε την πορεία του εκεί. ∆εν ήθελα να συνεχίσει προς τα επάνω μου και να με πατήσει, γιατί θα με σκότωνε. Τη μηχανή μου την είχε καβαλήσει με την ταχύτητα που είχε αναπτύξει. Κάποια στιγμή και ενώ βρισκόμουν στο έδαφος, αντιλήφθηκα ότι πέρασε δίπλα μου κάποιο άτομο από το αυτοκίνητο που σας λέω και πήγαινε να διαφύγει. Εγώ σηκώθηκα να το καταδιώξω πεζός, αλλά σταμάτησα. Εκείνη τη στιγμή άκουσα πυροβολισμούς και επειδή δεν ήξερα από πού προέρχονται έπεσα πάλι κάτω να πάρω την κάλυψή μου. Όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί και ηρέμησαν τα πράγματα, σηκώθηκα πάλι και πήγα προς το αυτοκίνητο. Εκεί είδα ότι ήταν πεσμένοι έξω από το όχημα δύο νεαροί άνδρες Ρομά».
Οι ευθύνες Κουτσιβίτη για τη διαταγή µη καταδίωξης
Η απόσταση από την οδό Ελπίδος στο Πέραμα μέχρι το κτίριο της Γενικής Αστυνομικής ∆ιεύθυνσης Αττικής στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας είναι περίπου 17 χιλιόμετρα. Όπως αποδείχτηκε όμως δεν ήταν αρκετά ώστε όσα συνέβησαν το βράδυ της 22ας Οκτωβρίου, με τραγική κατάληξη τον θάνατο του 20χρονου Ρομά, να εμποδίσουν τις εξελίξεις που έφτασαν μέχρι το γραφείο του διοικητή της Άμεσης ∆ράσης, ταξίαρχου Κώστα Κουτσιβίτη. Ο αποκαλούμενος «Α-100», όπως είναι ο κωδικός του επικεφαλής της υπηρεσίας που αποκαλείται «αιχμή του δόρατος» της Ελληνικής Αστυνομίας, της Άμεσης ∆ράσης. Στους κόλπους της ΕΛ.ΑΣ. είναι γνωστό ότι ο διοικητής της Άμεσης ∆ράσης ήταν μια επιλογή του πρώην υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, με τον οποίο διατηρούσε εξαιρετικές σχέσεις. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε τον νυν υπουργό Τάκη Θεοδωρικάκο να γίνει έξαλλος όταν το επόμενο μεσημέρι δημοσιοποιήθηκε το γεγονός ότι «δόθηκε εντολή να διακοπεί η καταδίωξη» και να προχωρήσει στη μετακίνησή του αλλά και σε αλλαγές στη λειτουργία της υπηρεσίας.
Αποτελεσματικότητα
Το δύσκολο αυτό έργο, που θα φέρει τη σφραγίδα του αλλά και θα κριθεί από την αποτελεσματικότητά του, ανατέθηκε στον υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη Λευτέρη Οικονόμου «και θα πρέπει να ολοκληρωθεί έως το τέλος Νοεμβρίου», σύμφωνα με τον σχεδιασμό του κ. Θεοδωρικάκου. Όσο για τον απερχόμενο διοικητή κ. Κουτσιβίτη, μετακινήθηκε στην Αστυνομική Ακαδημία προκαλώντας εύλογες απορίες στους κόλπους του Σώματος. Η διαταγή που έδωσε περί διακοπής της καταδίωξης δεν βρήκε σύμφωνη την ηγεσία του υπουργείου και όπως είπε ο υπουργός: «∆εν μπορεί να διακόπτεται καμία καταδίωξη και έρευνα ατόμων που ελέγχονται για παραβατική και παράνομη συμπεριφορά και δεν μπορεί να υπάρχει ανοχή σε περιοχές και ομάδες υψηλής παραβατικότητας». Τι μήνυμα όμως στέλνει σε όσους φοιτούν αυτή την εποχή στην Αστυνομική Ακαδημία; Πώς θα αντιμετωπίζουν τον πρώην διοικητή της Άμεσης ∆ράσης; «Σαν έναν έμπειρο αξιωματικό που θα μπορούσε να μεταφέρει γνώση και εμπειρία ή σαν τον ‘‘αποδιοπομπαίο τράγο’’ της υπόθεσης του Περάματος λόγω της απόφασης που πήρε;» λέει ανώτερος απόστρατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ο οποίος γνωρίζει προσωπικά τον κ. Κουτσιβίτη.
Όμως, σύμφωνα με πληροφορίες της «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ», η διαταγή του κ. Κουτσιβίτη, χωρίς να τον απαλλάσσει σε καμία περίπτωση από τις ευθύνες του, δεν ήταν αποκλειστικά δική του επιλογή. Στελέχη της Άμεσης ∆ράσης έκαναν λόγο για ανώτερο αξιωματικό της Γενικής Αστυνομικής ∆ιεύθυνσης Αττικής που εδώ και καιρό είχε δώσει εντολή να μην πραγματοποιούνται καταδιώξεις, έτσι ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να προκύψουν καταστάσεις σαν και αυτές του Περάματος. Όλα αυτά βέβαια με ορίζοντα τις ετήσιες κρίσεις της Αστυνομίας, κατά τη διάρκεια των οποίων… πολλοί κρίνονται.
Στην κεφαλή της Άμεσης ∆ράσης τοποθετήθηκε ο μέχρι πρότινος διοικητής της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας ∆υτικής Αττικής, αστυνομικός διευθυντής Σπύρος ∆όσχορης. Πρόκειται για έναν αξιωματικό που ήταν αρκετά χρόνια σε μία από τις πιο «σκληρές» περιοχές της Αττικής, όπου όπως λένε όσοι γνωρίζουν την ανθρωπογεωγραφία της εγκληματικότητας, «η ∆υτική Αττική δεν έχει σοβαρή εγκληματικότητα αλλά ‘‘γεννά’’ εγκληματικότητα η οποία διαχέεται σε όλη την Αττική».
∆Ι.ΑΣ.
Την ομάδα ∆Ι.ΑΣ., που βρέθηκε στο στόχαστρο πολλών μετά τον τρόπο που λειτούργησε στο περιστατικό του Περάματος, κυρίως λόγω της «βροχής» από σφαίρες που έριξε αλλά και την ανυπακοή (;) που έδειξε στις εντολές του Κέντρου της Άμεσης ∆ράσης, αναλαμβάνει ο αστυνομικός διευθυντής ∆ιονύσης Κωστής. Μέχρι σήμερα υπηρετούσε στη ∆ιεύθυνση Αστυνομίας Βορειοανατολικής Αττικής, ενώ έχει μακρά επιχειρησιακή υπηρεσία στα ΜΑΤ.
Όσοι τον γνωρίζουν, κάνουν λόγο για έναν ικανό αξιωματικό με αρκετά προσόντα και ικανότητες που μένει να φανεί αν θα τον βοηθήσουν να βάλει σε νέα πορεία μια από τις υπηρεσίες που έχουν μεγάλη αποδοχή από την κοινή γνώμη. «Έχει μεγαλώσει πολύ η ∆Ι.ΑΣ. σε αριθμό ατόμων και απαρτίζεται από στελέχη που έχουν διαφορετική φιλοσοφία και κυρίως από αστυνομικούς που έχουν λάβει εκπαίδευση διαφορετικών ‘‘ταχυτήτων’’, αλλά είναι υποχρεωμένοι να επιχειρούν μαζί», λέει αστυνομικός που ήταν από τους πρώτους που εντάχτηκαν στην υπηρεσία όταν πρωτοσυστάθηκε.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί