Πολίτης επιτίθεται σε οδηγό λεωφορείου. Το υπουργείο Δικαιοσύνης ζητεί από την Διαρκή Επιτροπή παρακολούθησης του Ποινικού Κώδικα να μελετήσει την αυστηροποίηση της ποινικής αντιμετώπισης για επιθέσεις εναντίον εργαζομένων, την ώρα της εργασίας τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Ξεσπούν τα σκάνδαλα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Με επίσημες ανακοινώσεις εξαγγέλλεται η αυστηροποίηση των ποινών.
Αιτούνται αδειών από τις φυλακές κατηγορούμενοι για τρομοκρατία. Μελετάται η τροποποίηση διατάξεων που προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης αδειών σε πολύ-ισοβίτες.
Αυξάνεται η εγκληματικότητα με δράστες αλλοδαπούς. Τίθεται σε συζήτηση η επανεξέταση της οριστικής απέλασής τους σαν ένα ακόμη μέτρο περιορισμού της δράσης αυτών των ομάδων.
Ασφυκτιούν οι φυλακές από κρατούμενους. Προωθούνται οριζόντια μέτρα αποφυλακίσεων στο πλαίσιο της αποσυμφόρησης τους. Οι πόρτες ανοίγουν και κατά εκατοντάδες κατάδικοι αποκτούν την ελευθερία τους.
Πλούσιοι κρατούμενοι, πετυχαίνουν με το αζημίωτο την πρόωρη αποφυλάκιση για λόγους υγείας, εξασφαλίζοντας πλαστά πιστοποιητικά και διαύλους ευνοϊκής μεταχείρισης. Διατάσσονται έρευνες με άδηλο αποτέλεσμα. Αλλά, όσο τα χρήματα είναι πολλά, τόσο τα «εργαστήρια» πληθαίνουν.
Δολοφονίες και ληστείες πρωτοφανούς σκληρότητας και αποτροπιασμού, όπως αυτή η υπόθεση στα Γλυκά Νερά, θέτουν επανειλημμένως το ερώτημα: Όταν λέμε ισόβια τι εννοούμε;
Και για μία ακόμη φορά, το υπουργείο Δικαιοσύνης θέτει στο επίκεντρο τον Ποινικό Νόμο. Μέχρι το επόμενο ειδεχθές έγκλημα. Ίσως χειρότερο από το προηγούμενο.
Όταν η κοινωνία θα ζητάει εκδίκηση και τιμωρία μέχρι θανάτου, ο νομοθέτης θα ενσκήψει και πάλι στους νόμους.
Τα ισόβια, λένε, από 16 χρόνια πραγματικής έκτισης της ποινής θα αυξηθούν στα 18. Λες κι αυτά τα δύο επιπρόσθετα χρόνια εγκλεισμού θα αποτρέψουν κακοποιούς να διαπράξουν και νέα εγκλήματα. Η αύξηση των ποσοστών του χρόνου έκτισης της ποινής από 2/5 σε 3/5 και με τον υπολογισμό των ευεργετικών διατάξεων, θα περιορίσει τις δράσεις εγκληματιών, οι οποίοι, καθ΄όλη τη διάρκεια των εγκλεισμού τους καλλιεργούν τις δεξιότητες τους στην παραβατικότητα;
Με ποινές ασανσέρ, οι επαΐοντες επιχειρούν να κατευνάσουν την οργή της κοινωνίας. Είναι ο εύκολος και γρήγορος τρόπος για να καλύψουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί.
Και το πρόβλημα αρχίζει από την ώρα που θα μπει σε έναν φάκελο το πρώτο έγγραφο. Είναι επαρκή τα στοιχεία που συνοδεύουν έναν εγκληματία; Γιατί δεν αρκεί να συλλάβεις 104 φορές ένα κλεφτρόνι. Οφείλεις και να τον στείλεις στη Δικαιοσύνη με τέτοια στοιχεία που να δίνει την δυνατότητα στους δικαστές να επιβάλουν μέτρα ώστε να αποσυρθεί από το δημόσιο βίο. Δεν αρκεί να προωθήσεις μία μήνυση για κακοποίηση ή επιθετική συμπεριφορά κάποιου χωρίς να παρακολουθείς τον δράστη. Γιατί αργότερα θα τον συλλάβεις ως δολοφόνο.
Κι όταν θα φτάσει στο δικαστήριο, στον πρώτο βαθμό, ανάλογα με τη δημοσιότητα που έχει πάρει η υπόθεση και πόσο στραμμένη είναι η προσοχή του κοινού στη δίκη, οι «πεφωτισμένοι» λειτουργοί, θα εξαντλήσουν τα όρια ποινών που τους παρέχει ο νόμος, με τη βεβαιότητα ότι έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους. Ως μονάδες θα έχουν δίκιο, αφού τήρησαν το γράμμα του νόμου, ως κρίκος ενός συστήματος απονομής δικαίου και άσκησης σωφρονιστικής πολιτικής όμως;
Είναι άξιο απορίας και μελέτης το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία ποινή η οποία να εκτίεται στο σύνολο της.
Έτσι η κοινωνία βρίσκεται συνεχώς απέναντι στους εγκληματίες, η δικαιοσύνη θεωρεί ότι εξαντλεί την αυστηρότητα της και ο νομοθέτης ψάχνει να βρει μπαλώματα για να αντιμετωπίσει τις δήθεν αστοχίες του προηγούμενου. Κι όλα αυτά γιατί ένα κατ΄επίφαση σωφρονιστικό σύστημα όταν μπάζει από παντού, με ανευθυνο-υπεύθυνους λειτουργούς, χωρίς συντονισμό και συνεργασία, με ανύπαρκτες υποδομές και στόχους αντεγκληματικής πολιτικής, αφήνει ορθάνοικτα παράθυρα σε επίορκους, ανεπαρκείς και επιτήδειους να ακυρώνουν στην πράξη νόμους όσο αυστηροί κι εάν είναι. Πολύ περισσότερο όταν είναι και αενάως μεταβαλλόμενοι.