Η Κατερίνα Γιαμπουράνη μιλάει στην «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» για τους σταθμούς – ορόσημα μιας δικαστικής μάχης που δόθηκε σε πολλές «αρένες», η οποία κράτησε δύο δεκαετίες! Παρόλο που οι προαναφερθέντες χειρισμοί την απογοήτευαν και την εξόργιζαν διαρκώς όλα αυτά τα χρόνια, η υπευθυνότητά με την οποία αντιμετώπισε όλες τις καταστάσεις, διαπνεόμενη από την ακλόνητη πίστη της στη ∆ικαιοσύνη αποτελούν παράδειγμα για όλους.
Του Στάθη Μπαλτά
Υπάρχουν περιπτώσεις στη ζωή που τα όρια της υπομονής, της πίστης και της επιμονής ενός ανθρώπου δοκιμάζονται με τον πιο σκληρό τρόπο. Στην περίπτωση της Κατερίνας Γιαμπουράνη, αυτά τα όρια θα μπορούσαν να ξεπεραστούν πολλές φορές, καθώς ο τρόπος που λειτούργησαν ορισμένοι δικαστές, αστυνομικοί και γιατροί σε σχέση με τη δολοφονία του πατέρα της, θα μπορούσαν να κλονίσουν ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη της στην ελληνική ∆ικαιοσύνη. Κι όμως, οι χειρισμοί της μάχιμης δικηγόρου καθ’ όλη τη διάρκεια της δικαστικής της περιπέτειας έδειξαν το ακριβώς αντίθετο.
Το «στήσιμο»
Όλα ξεκίνησαν στις 14 Μαρτίου 2000, όταν ο Βασίλειος Μπαντούνας, επιστάτης του συσκευαστηρίου με την επωνυμία «Άριστον» βρήκε στο εργοστάσιο στο Κιάτο το άψυχο σώμα του 60χρονου επιχειρηματία Θεόδωρου Γιαμπουράνη να αιωρείται μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο, κρεμασμένο από ένα σχοινί που ήταν δεμένο στη σιδηροδοκό που στηρίζει την οροφή του κτιρίου.
Τα χέρια του θύματος ήταν δεμένα στο ύψος των καρπών και το σχοινί ήταν περασμένο μέσα από τη ζώνη του, ενώ στο πρόσωπό του είχε σημάδια και χτυπήματα στο κεφάλι και τα δάχτυλα. Επίσης, πάνω του δεν βρέθηκαν χρήματα, εκτός από ένα σημείωμα που διαμήνυε στη γυναίκα του να κρατήσει ένα ποσό από την περιουσία του και τα υπόλοιπα να δοθούν στο συνεργάτη του Κώστα Χρυσικό. Ήδη από τη στιγμή που ανακαλύφθηκε η σορός του επιχειρηματία, η υπόθεση άρχισε να λαμβάνει ύποπτη τροπή. Από τον τόπο του εγκλήματος δεν πάρθηκαν αποτυπώματα ενώ το εργοστάσιο όχι μόνο δεν αποκλείστηκε, αλλά λειτούργησε κανονικά εκείνη τη μέρα, κατ’ εντολήν του Κώστα Χρυσικού!
Σαν να μην έφταναν αυτά, η σορός του Θεόδωρου Γιαμπουράνη μεταφέρθηκε στη συνέχεια για νεκροψία-νεκροτομή στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, για να «διαπιστωθεί» ότι πρόκειται για αυτοκτονία!
Η οικογένεια του θύματος, όμως, και ιδιαίτερα η κόρη του, η οποία επέμενε ότι ο πατέρας της δεν είχε λόγους να αυτοκτονήσει, ξεκίνησαν αγώνα για να αποδείξουν ότι ο απαγχονισμός του ήταν προσχεδιασμένο έγκλημα. Οι υποψίες τους για τις σκοτεινές συνθήκες θανάτου επιβεβαιώθηκαν μετά την εξέταση που έκαναν τρεις ιατροδικαστές στην Αθήνα. Πρόκειται για τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Μανώλη Νόνα και τους ιατροδικαστές Φίλιππο Κουτσαύτη και Νικόλαο Καφίρη. Σύμφωνα με την εξήγηση που έδωσαν και οι τρεις, οι δράστες είχαν στραγγαλίσει το θύμα και στη συνέχεια έστησαν το σκηνικό της δολοφονίας! Το γενετικό υλικό που βρέθηκε στην κορδέλα με την οποία ήταν δεμένα τα χέρια του θύματος, καθώς και το περιεχόμενο του σημειώματος που στην τσέπη του Θεόδωρου Γιαμπουράνη «έδειξαν» την ταυτότητα του θύτη.
«∆εν άφησα με τίποτα να κλείσει ο φάκελος της υπόθεσης σαν αυτοκτονία. ∆εν δέχτηκα ποτέ ότι ο πατέρας μου αυτοκτόνησε γιατί απλούστατα δεν είχε κανένα λόγο να το κάνει, πολλώ δε μάλλον όταν βρέθηκε με δεμένα τα χέρια, χτυπημένος και με κλειστά τα φώτα. ∆εν δέχτηκα, επίσης, να τον εξετάσουν παθολόγοι και όχι ιατροδικαστές. Οπότε αμέσως απευθύνθηκα στον Εισαγγελέα Κορίνθου προκειμένου να διαταχθεί να γίνει η νεκροτομή και η νεκροψία του από ιατροδικαστές.
Ήξερα ότι έπρεπε να χειριστώ το θέμα με αυτό τον τρόπο. Από εκεί και πέρα είχα
τους δικηγόρους μου», σημειώνει στη «Μ» η Κατερίνα Γιαμπουράνη.
Η εξέταση
Μετά από την εξέλιξη αυτή, εκδόθηκε βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κορίνθου, μέσω του οποίου παραπέμφθηκε σε δίκη για ανθρωποκτονία από πρόθεση ο συνεταίρος του Γιαμπουράνη, Κώστας Χρυσικός. Παρ΄όλα αυτά, το 2005 το Μικτό Ορκωτό ∆ικαστήριο Σπάρτης κήρυξε ομόφωνα αθώο τον κατηγορούμενο, παρά την αντίθετη εισήγηση της εισαγγελέως της έδρας.
«Στο Πρωτόδικο δικαστήριο του 2005, οι δικαστές δεν μπορούσαν να καταλήξουν αν πρόκειται για αυτοκτονία ή για δολοφονία. Αν είναι δυνατόν στον 21ο αιώνα, με όλα αυτά τα στοιχεία διαθέσιμα, να μην μπορούμε να καταλήξουμε από τι προέρχεται ένας θάνατος. Αποφάσισα, λοιπόν, να απευθυνθώ στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου προκειμένου να αναιρεθεί η απόφαση και η υπόθεση εκδικάστηκε εκ νέου», ξεσπαθώνει η Κατερίνα Γιαμπουράνη.
Το 2009 ο Ιωάννης Πετρόχειλος, ο ένας εκ των δύο παθολόγων που μετά την
εξέταση της σορού του επιχειρηματία αποφάνθηκαν ότι αυτοκτόνησε, κατέθεσε ότι
η γνωμάτευσή του ήταν κατά παραγγελία!
Μεταξύ άλλων, είχε αναφέρει: «∆εν είμαι υπερήφανος για την υπογραφή μου στην εν λόγω έκθεση, γιατί δεν διερευνήθηκε επαρκώς το πτώμα». Υπό το βάρος των νέων αποκαλύψεων, την ίδια χρονιά, το Μικτό Ορκωτό ∆ικαστήριο Σπάρτης αναγκάστηκε να συνεδριάσει εκ νέου και να εκδώσει διαφορετική απόφαση.
Έτσι, επιβλήθηκε στον Κώστα Χρυσικό ποινή κάθειρξης 20 ετών. «Υπήρχε ένας άνθρωπος που είναι χτυπημένος, με δεμένα χέρια και κλειστά φώτα, με την οικογένειά και τους συνεργάτες του να υποστηρίζουν ότι αποκλείεται αυτός ο άνθρωπος να αυτοκτόνησε. Βρέθηκε, επίσης, ένα σημείωμα μέσω του οποίου η περιουσία του, εκτός από ένα μέρος της, πήγαινε στο συνέταιρό του. Και σαν αν μην έφταναν όλα αυτά, η Αστυνομία δεν πήρε αποτυπώματα και δεν απέκλεισε το εργοστάσιο.
Για όλους αυτούς τους χειρισμούς ευθύνεται η Αστυνομία. Εγώ προχώρησα σε αναφορά, αλλά ευθύνες δεν αποδόθηκαν ποτέ!», αναφέρει στη «Μ» η κόρη του δολοφονηθέντα επιχειρηματία.
Οσφυαλγία
Στο να μπει η υπόθεση Γιαμπουράνη στη σωστή τροχιά συνέβαλε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος κατέθεσε αίτηση αναίρεσης για την υπόθεση και η δίκη επαναλήφθηκε. Ο Χρυσικός κάθισε για δεύτερη φορά στο εδώλιο του κατηγορουμένου το 2009 και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 20 ετών.
Παρόλα αυτά, ο δολοφόνος ενός οικογενειάρχη αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση 30.000 ευρώ μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό για λόγους υγείας και συγκεκριμένα… οσφυαλγίας. Η συγκεκριμένη απόφαση θεωρήθηκε προκλητική τόσο προς την οικογένεια Γιαμπουράνη όσο και σε σχέση με το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
«Τόσο οι νομικοί όσο και οι μη νομικοί γνωρίζουμε ότι για να πάρει ανασταλτικό χαρακτήρα η απόφαση αυτή θα έπρεπε ο κατηγορούμενος να έχει ανεπανόρθωτη βλάβη. Η οσφυαλγία, όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, δεν συνιστά κάτι τέτοιο. ∆εν είναι κάτι που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσα στις φυλακές. Αυτονόητο είναι ότι από την αρχή έπρεπε να πάει στη φυλακή. Και όμως, δόθηκε το ανασταλτικό μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό», σημειώνει η κόρη του δολοφονηθέντα επιχειρηματία.
Ναύπλιο
Η συνέχεια της δικαστικής διαμάχης Γιαμπουράνη – Χρυσικού γράφτηκε το 2013,
δεκατρία χρόνια μετά τη δολοφονία του 60χρονου εργοστασιάρχη. Στις 29 Ιανουαρίου, το Μικτό Ορκωτό ∆ικαστήριο Ναυπλίου καταδίκασε σε 20 χρόνια κάθειρξη τον Χρυσικό, χωρίς αναστολή.
Ήταν μια μέρα ανακούφισης για όλους όσοι αγωνίστηκαν προκειμένου να αποδοθεί δικαιοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, η ικανοποίηση της πλευράς Γιαμπουράνη δεν κράτησε για πολύ, καθώς στις 6 Μαρτίου του 2013, το Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου, με πλειοψηφία 3-2, άφηνε ελεύθερο τον Χρυσικό με το πρωτοφανές για τα δικαστικά δρώμενα σκεπτικό πως, εάν ο κατηγορούμενος έμενε στη φυλακή, θα έθετε σε κίνδυνο την κατάσταση της περιουσίας του! Μια περιουσία, μάλιστα, για χάρη της οποίας ο κατηγορούμενος είχε βάψει τα χέρια του με αίμα και είχε «στήσει» σκηνικό αυτοκτονίας!
Λεπτομέρειες για την εξωφρενική αυτή απόφαση δίνει η κυρία Γιαμπουράνη: «Έχουμε την τελεσίδικη απόφαση ο δολοφόνος να οδηγηθεί στις φυλακές. Η Αστυνομία δεν προχωρά στη μεταγωγή του αμέσως. Χρειάστηκε η ίδια να παρέμβω στο Αστυνομικό Τμήμα Ναυπλίου και να γίνει η μεταγωγή του στις φυλακές Χαλκίδας. Πριν ακόμα εκδοθεί η απόφαση, η πλευρά Χρυσικού ζητά ανασταλτικό, να μην εκτελεστεί δηλαδή η ποινή του, μέχρι να εκδοθεί η απόφαση του Αρείου Πάγου. Σημειωτέον, στη δική μας και μόνο υπόθεση αντικαταστάθηκε μια δικαστής, η κυρία Μόσχα Πολέμη, επικαλούμενη κώλυμα. Το κώλυμα αυτό δεν ανακοινώθηκε στο ακροατήριο, δεν ξέρουμε για ποιο λόγο. Στη θέση της ήρθε ο κύριος
Μικρούδης, ο οποίος συμπωματικά έρχεται μαζί με την κυρία Καραγιάννη και τον κύριο Κούκλη και αποφασίζουν υπέρ της αναστολής», περιγράφει.
Ευρώπη
Στις 30 Οκτωβρίου 2014, ο Άρειος Πάγος αποφασίζει να εκτελεστεί η καταδικαστική απόφαση για τον Κ. Χρυσικό, δηλαδή η κάθειρξη 20 ετών. Όμως, στο μεταξύ, ο δολοφόνος του Θεόδωρου Γιαμπουράνη έχει γίνει… καπνός και οι Αρχές δεν γνωρίζουν πού βρίσκεται μέχρι και σήμερα.
Η εξωφρενική τροπή που έλαβε η υπόθεση οδήγησε την πλευρά Γιαμπουράνη στο να στραφεί προς το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωμάτων. ∆εν ήταν μια απόφαση που πάρθηκε εν θερμώ, αλλά βάσει της λογικής διαπίστωσης ότι η δικαστική διαμάχη είχε «βαλτώσει» εντός συνόρων.
Η Ελλάδα, έστω και καθυστερημένα, αναγνώρισε το δικαστικό λάθος στην απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου και δέχθηκε να αποζημιώσει την οικογένεια Γιαμπουράνη.
Ωστόσο, οι κόρες και η σύζυγος του επιχειρηματία που δολοφονήθηκε από το συνέταιρό του δεν είχαν απώτερο σκοπό τη χρηματική αποζημίωση, αλλά τη δικαίωση του ανθρώπου τους.
Έτσι, εφόσον δεν επετεύχθη συμβιβασμός, η υπόθεση εξετάστηκε στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο συνεδρίασε στις 15 Σεπτεμβρίου του 2020 και αποφάσισε ότι η ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε ότι η αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε στον Κώστα Χρυσικό δεν πληρούσε τις διαδικαστικές υποχρεώσεις προβλεπόμενες στο άρθρο 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου, δηλαδή το δικαίωμα στη ζωή.
Παράλληλα, έκρινε ότι η διάρκεια της ποινικής διαδικασίας ενώπιον των δικαστηρίων της Ελλάδας – που ξεκίνησε στις 6 Ιουνίου του 2005 και έληξε στις 29 Ιανουαρίου του 2013 – δεν ήταν συμβατή με τον εύλογο χρόνο κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η Κατερίνα Γιαμπουράνη δεν ψέγει την ελληνική ∆ικαιοσύνη στο σύνολό της, αλλά συγκεκριμένα τμήματά της που οδήγησαν στο να είναι ο δολοφόνος του πατέρα της ελεύθερος.
«Το γεγονός ότι ένας δολοφόνος κυκλοφορεί μέχρι και σήμερα ανάμεσά μας φέρει τη σφραγίδα του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου και συγκεκριμένα των τριών που ψήφισαν υπέρ της αναστολής. Μην τα βάζουμε, όμως, όλα στο ίδιο σακί. Υπήρξαν και δύο δικαστές που είπαν “όχι βέβαια”», επισημαίνει. Παρά τη δικαίωσή της από το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο, η Κατερίνα Γιαμπουράνη δεν θεωρεί ότι η υπόθεση έχει τελειώσει. «Σε όλη αυτή την ιστορία υπάρχει ένα οξύμωρο. Μπορεί το ελληνικό κράτος να παραδέχτηκε ότι πράγματι υπήρξαν
παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, από την άλλη, η αποκατάσταση της τάξης θα έρθει μόνο αν συλληφθεί ο δολοφόνος, ο οποίος κυκλοφορεί ανάμεσα σε εμάς και τα παιδιά μας. Το γεγονός αυτό αποτελεί προσβολή προς τους δικαστές οι οποίοι έκριναν επί της ουσίας, προσβάλλει την ελληνική ∆ικαιοσύνη, τη χώρα μας γενικά, καθώς και το δικαίωμα στη ζωή.
∆εν είμαι χαρούμενη που η χώρα μου καταδικάστηκε επειδή παραβίασε τους κανόνες. Μπορεί η χώρα μου, όμως, να επανορθώσει, να συλλάβει τον δράστη», σημειώνει η δικηγόρος. Παράλληλα, αποκάλυψε ότι δεν προέβη σε αγωγή κακοδικίας, διότι τέτοιες κινήσεις «δεν έχουν καμία τύχη».
Αισιοδοξία
Η Κατερίνα Γιαμπουράνη εκμυστηρεύτηκε στη «Μ» ότι δεν είναι σε θέση να κάνει
κάτι παραπάνω προκειμένου να αποδοθεί δικαιοσύνη. Είναι η σειρά του ελληνικού
κράτους να κάνει το αυτονόητο, δηλαδή να εντοπίσει και να συλλάβει το δολοφόνο
του πατέρα της.
Για δύο δεκαετίες ως κόρη, ως πολίτης και ως νομικός κυνήγησε με αστείρευτη επιμονή και υπομονή την απονομή δικαιοσύνης, ακολουθώντας ένα μονοπάτι που μόνο στρωμένο με ροδοπέταλα δεν ήταν.
Άλλωστε, όπως αποκάλυψε και η ίδια, δέχτηκε πολλάκις απειλές κατά της ζωής της όλα αυτά τα χρόνια. Λάμβανε απειλητικά τηλεφωνήματα, είδε το σπίτι της να παραβιάζεται και να σπάνε το αυτοκίνητό της, εκτός φυσικά των όσων ύποπτων χειρισμών έγιναν στο εργοστάσιο και στις δικαστικές αίθουσες.
∆εν φοβήθηκε και δεν λύγισε. Την πηγή του θάρρους και των ψυχικών της αποθεμάτων την εξηγεί καλύτερα από τον καθένα η ίδια: «Όταν έχεις υπομονή και επιμονή και πιστεύεις στο δίκαιο, τότε το βρίσκεις. Γιατί εγώ το βρήκα. Υπάρχει ∆ικαιοσύνη. Χρειάζεται, όμως, μεγάλη ψυχική δύναμη, γι’ αυτό και εύχομαι να βρίσκουν οι άνθρωποι τη δύναμη και να μην εγκαταλείπουν. ∆εν πρέπει οι άνθρωποι να εγκαταλείπουμε μπροστά σε αυτό που
πιστεύουμε, όταν αυτό μέσα από την καρδιά μας είναι αληθινό και είναι δίκαιο».
Όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Δολοφονία Γιαμπουράνη: Η απόφαση-ντοκουμέντο που καταδίκασε την Ελλάδα